Αναζήτηση

Διάφορα Κείμενα

Αντιμήνσιο Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου

eikona-agiwn-morfou.jpg


eikona-agiwn-morfou.jpg


Ο άγιος Ιάκωβος ‘‘ο με συγχωρείτε

Αρχική Διάφορα Κείμενα ΤΡΙΤΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΟΣ (ἀπάντηση στόν μοναχό π. Παΐσιο Καρεώτη)
en el fr
ΤΡΙΤΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΟΣ (ἀπάντηση στόν μοναχό π. Παΐσιο Καρεώτη) Εκτύπωση

Ἀρχιμ. Ἀντωνίου Φραγκάκη, ἱεροκήρυκος, Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Κρήτης

Xωρίς ἰδιαίτερη ἔκπληξη ἀνέγνωσα καί τό δεύτερο κείμενο τοῦ Μοναχοῦ Παϊσίου Καρεώτου, πού στρέφεται μέ μεγαλύτερη δριμύτητα, ἀλλά καί ἐπιχειρηματολογική θολότητα, κατά τῶν θέσεών μου περί κληρονομικότητας. Ὁ σεβαστός ἀδελφός, ἔχω βεβαία τήν πεποίθηση ὅτι ἀδικεῖ τόν ἑαυτό του.

 Βασική προϋπόθεση γιά νά κρίνει κάποιος ἕνα κείμενο εἶναι νά τό ἔχει μελετήσει σωστά χωρίς προκαταλήψεις, νά  ἔχει καταλάβει τή διήκουσα ἔννοια καί τήν ὁρολογία τοῦ συγγραφέα, καθώς καί νά ἔχει κάποια ἐμπεριστατωμένη γνώση ἐκ τῶν προτέρων τῶν θεμάτων πού τό κρινόμενο κείμενο διαλαμβάνει, ἀναλύει, πραγματεύεται καί δημοσιοποιεῖ.  Ἄν δέν ἔχει αὐτές τίς βασικές προϋποθέσεις δέν μπορεῖ ἀκινδύνως νά ἀναλάβει τήν κριτική του. Σέ ἀντίθετη περίπτωση, ἄν προβεῖ ἀβασάνιστα σέ κριτικές ἀποτιμήσεις, τό πιθανότερο εἶναι ὅτι θά ἀποτύχει, θά διαστρεβλώσει τά νοήματα τοῦ κειμένου, θά ἐκθέσει τόν ἑαυτό του καί -τό χειρότερο-, ἄν τό κρινόμενο κείμενο πραγματεύεται θέματα θεολογικά, θά κινδυνεύσει νά θέσει τόν ἑαυτό του ἔξω ἀπό τό ζωογόνο ρεῦμα τῆς πατερικῆς παραδόσεως, παρασύροντας μαζί του καί ὅσους ἀνθρώπους «διδάξη οὕτως», καί ἀνεξετάστως ἐκεῖνοι τόν ἀκούσουν...

Ὁ προσφιλέστατος καί πολυσέβαστος ἀδελφός π. Παΐσιος «ὠρύεται» -κατά τό κοινῶς λεγόμενο-γιά παραχάραξη ἀπό μέρους μου βασικῶν δομῶν τῆς ὀρθόδοξης ἀνθρωπολογίας. Στήν προσπάθειά του δέ αὐτή, χάνει τήν ψυχραιμία του παντελῶς, συλλέγει «λεξίδια» καί, ἀφοῦ τά ἀκονίσει στή  σκληρὴ ἐπιφάνεια μιᾶς καθαρᾶς σοφιστικῆς λογικῆς, ἀγνοώντας τά πράγματα, τά κάνει «ξιφίδια» γιά νά πλήξει ἀπόψεις καί πρόσωπα ἀπέναντι στά ὁποῖα σάν νά αἰσθάνεται ἀμυνόμενος, ἄγνωστο γιατί…

Φαίνεται νά ἀγνοεῖ  ὅτι, τό ἦθος μιᾶς συγγραφῆς ἐξαρτᾶται ἀπό δύο παράγοντες: Τό τί γράφει κάποιος καί τό πῶς τό γράφει. Ἄλλωστε, τό «πῶς» προσδιορίζει τό «τί» καί ἀποκρυπτογραφεῖ τό βαθύτερο κίνητρο τοῦ συγγραφέα. Βλέπουμε π.χ  ἕναν ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ νά ἐλέγχει ἀνυποστόλως τήν κακοδοξία τοῦ Βαρλαάμ, ὅμως συγχρόνως νά τόν ἐπαινεῖ ἀποκαλώντας τον «σοφώτατον ἄνδρα» καί νά τοῦ ἐπισημαίνει ὅτι «οὐκ ὀκνήσαιμι δ’ ἄν εἰπεῖν καί φιλούντων τε καί φιλουμένων, ἄριστε…» καί ἄλλα πολλά. Μεγάλο πρᾶγμα ἡ ἐσωτερική εἰρήνη, καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού χαρακτηρίζει τούς θεοφόρους ἄνδρες ἀκόμη καί στή διεξαγωγή τῶν σκληροτέρων πνευματικῶν πολέμων!

Ὁ π. Παΐσιος καυχᾶται στή δευτερολογία του ὅτι κατέδειξε τήν πλάνη μου, ὅτι ἠθελημένα ἐθελοτυφλῶ καί ὅτι ἐκπροσωπεῖ τήν φρυκτωροῦσα, ἀκαινοτόμητη καί ὁμολογιακή ἁγιορείτικη συνείδηση! Εἰρωνεύεται τόν τρόπο γραφῆς μου ἀποκαλώντας με «ρητορικό καί βερμπαλιστή», δέν καταδέχεται νά ἀσχοληθεῖ μέ ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες ἑνός ἀγραμμάτου Ὁσίου Γέροντος, ἤτοι τοῦ σημειοφόρου Ἀναστασίου τοῦ Κουδουμιανοῦ, (ἀπορῶ πῶς καταδέχεται νά μελετᾶ τίς διδαχές τοῦ ἀναλφαβήτου Μεγάλου Ἀντωνίου) καί γενικά διατυπώνει ἀπόψεις πού θυμίζουν τόν σκληρό σχολαστικισμό τῆς παπικῆς μεθοδολογίας, τήν ὁποία -παρά  ταῦτα-παντοῦ στά δικά μου κείμενα μάχεται ἤ ἔστω στοχοποιεῖ.

Θριαμβεύει στό δεύτερο κείμενό του ἡ προκρούστεια τακτική καί ἡ ἀλχημεία τῆς ἀποκρυφιστικῆς ἐπιστημονικῆς τεχνουργίας τοῦ μεσαίωνα. Ἀλλοῦ βλέπει νά ἀναπτύσσεται λόγος γιά ὑποχρεωτική κληρονομική μετάδοση στά κείμενά μου, σέ ἄλλα σημεῖα οἱ Πατέρες εἶναι ρητορικοί καί δέν ἀκριβολογοῦν, ὅπως π.χ. ὅταν ἀποδίδει στόν Θεοπάτορα  Ἰωακείμ ὁ ἅγιος  Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός «σπέρμα πανάμωμον», σέ ἄλλα σημεῖα τούς «τραβάει» πολύ ἀδέξια γιά νά τούς ἐντάξει στά πλαίσια τῶν δικῶν του συντεταγμένων, ἄλλοτε δέν ὑπάρχει γονιδιακή ροπή πού νά ἐπηρεάζει τό ἔμβρυο καί ἄλλοτε πάλι δέχεται τήν ἐπίδραση ἀπό τήν αἰσθησιακή λειτουργία τῆς κυοφορούσης μητέρας του (κατά τούς συγχρόνους Ἁγίους) λές κι αὐτό ἐναρμονίζεται μέ τόν παρακάτω ὀρθότατο, ἀλλά καί ἄσχετο μέ τό θέμα, ἰσχυρισμό του, βασιζόμενο στόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης γιά πλήρη ἀθωότητα κάθε ἐμβρύου λόγῳ τῆς μή ἀνεπτυγμένης νοητικῆς λειτουργίας του, ἄλλοτε οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι ὁμιλοῦν ἐμπειρικῶς καί ἄλλοτε ἐκφράζουν προσωπικές τούς ἀπόψεις (ἄραγε κατάλαβε τί ἐννοεῖ ὁ ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς καί ὁ μακαριστός  π.Ἰωάννης Ρωμανίδης) καί εἰδικά ἀπό τίς παραθέσεις τοῦ Ἁγίου Παΐσίου πρόσεξε μιά μόνο φράση: «Δηλαδή γιά τά κληρονομικά σοῦ φταίει ὁ Θεός;» Παραβλέποντας ὅλα τά ἄλλα, ὅπως καί τό consensus τῶν συγχρόνων Ἁγίων γύρω ἀπ’  αὐτά  τά θέματα.

Δέν διάβασε ποτέ τήν ἱερή ἀγανάκτηση πού κατέλαβε τόν  Ἅγιο Παΐσιο ὅταν ἀμφισβήτησε κάποτε κάποιος ὅσα διηγήθηκε γιά τή σύλληψη τῆς Θεοτόκου (τό ἀναφέρει στό ἐμπεριστατωμένο σύγγραμμά του ὁ ὁσίας μνήμης Γέροντας Ἰσαάκ ὁ Λιβανέζος). Εἶπε μέ ἁγιοπνευματικό σθένος: «Τό ἔζησα τό γεγονός!». Καί ἔρχεται τώρα ἡ δική του γνωσιολογική «σοφία» νά συμπληρώσει τά κενά τῆς ἐμπειρίας ἐκείνης! Θά μποροῦσα νά παραθέσω καί ἄλλα, ὅμως θά εἶμαι σύντομος καί πολύ συγκεκριμένος γιά νά μήν κουράσει καί πάλι τόν ὁσιολογιώτατο ἀδελφό ἡ ἀνούσια ρητορική ἀδολεσχία μου.

Τοῦτο μόνο ἀναφέρω, ὅτι  λυπᾶμαι εἰλικρινά πού ἀσχολήθηκα μαζί του.

Στὴν προηγούμενη ἐκτεταμένη ἀπάντηση μου ἔγραψα ὅτι χάρηκα γιά τήν εὐκαιρία τῆς ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων, ὅμως λυπήθηκα γιά τούς χαρακτηρισμούς καί τό ὕφος τοῦ κειμένου του. Τό σχολίασε λίαν ἀπαξιωτικά. Ναί, μπορῶ νά διαλέγομαι καί μέ ἀλλοθρήσκους ὅταν ἀντιλαμβάνομαι σεβασμό στίς προϋποθέσεις τοῦ διαλόγου καί καλοπροαίρετη διάθεση. Εἶναι χαμένος χρόνος ὅμως ὅταν διαλέγεσαι μέ ἐκφραστές μιᾶς φονταμενταλιστικῆς ἰδεοληψίας καί ἑνός καμουφλαρισμένου ναρκισσισμοῦ. Ἴσως, ὅσο διαλέγομαι μαζί του, τόσο θά καταπιάνεται ἀπό κάπου, θά γεμίζει ἀνούσιες σελίδες καί θά παριστάνει τόν «Ἡρακλῆ» τῆς πίστεως καί τόν «Θησέα» τῆς θεολογικῆς ἀκριβείας. Αὐτή ἄλλωστε ἡ τακτική τρέφει ἰδιαίτερα τόν ψυχισμό ὁρισμένων. Γι’ αὐτό δεσμεύομαι στό ἀναγνωστικό κοινό ὅτι οὐδέποτε θά ἀσχοληθῶ ξανά μαζί του, ὄχι ἀπό περιφρόνηση ἤ ὑπεκφυγή, ἀλλά γιά προφύλαξη ἀπό τήν ἀναπαραγόμενη σύγχυση καί συνέπεια δεοντολογική.

Ἐπιγραμματικά καί σύντομα λοιπόν θά ἀπαντήσω σέ βασικές αἰτιάσεις του:

A) ΠEPI ΦYΣIKOY KAI ΓNΩMIKOY ΘEΛHMATOΣ

Ἐδῶ ἐπιθυμῶ ἁπλά καί ἀνθρώπινα νά τόν ρωτήσω: Τί ἀσχολεῖσαι ἀδελφέ μέ τό θέμα αὐτό, ἀφοῦ εἶναι ἐξώφθαλμο ὅτι δέν τό ξέρεις; Σοβαρά, ὑπάρχουν δύο θελήματα στόν ἄνθρωπο ὡς θεϊκές χορηγίες καί εἶναι δυνατόν ποτέ, ἡ γνώμη ὡς γνωμικό θέλημα νά εἶναι ἁγία; Εἴτε σέ ἐνοχλεῖ, εἴτε σέ ἀναπαύει, τό γνωμικό θέλημα εἶναι ὁ ἀγωγός τῆς ἁμαρτίας γιατί συνιστᾶ δια-σκε-πτι-κή παρέκκλιση ἀπό τήν πορεία τοῦ φυσικοῦ θελήματος. Ναί! Δημιουργεῖται διασκεπτικά σύμφωνα μέ τόν Ἅγιο Μάξιμο τόν  Ὁμολογητή. Εἶναι ἡ παρά φύσιν λειτουργία καί μετατροπή τοῦ φυσικοῦ θελήματος.  Διδάσκει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὅτι τό θέλημα εἶναι ὄρεξη (ἐπιθυμία, ἔφεση, κίνηση, ὁρμή, διάθεση) λογική καί ζωτική, ἐνῶ ἡ προαίρεση – γνώμη εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς συνόδου (συνεργασίας) ὄρεξης, σκέψης (βουλῆς), καί κρίσης.  Ἐπομένως, ἡ προαίρεση δέν εἶναι θέληση, ἀφοῦ ἡ θέληση, εἶναι ὄρεξη, καί ἡ προαίρεση εἶναι ἀποτέλεσμα διασκεπτικῆς διαδικασίας. (Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καί Ἀσκητικῶν, τομ. 15, Πατερικαί ἐκδόσεις «Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς» Θεσσαλονίκη 1995 σελ. 12-13).

Ἄν ὑπάρχει μιά περίπτωση ἡ προαίρεση (μοναδικό ἴδιον τοῦ προσώπου) νά εἶναι ἁγία, εἶναι ὅταν διά τῆς μετανοίας μᾶς ἐπαναφέρει στήν ὀρθή λειτουργία τῆς θελήσεώς μας. Στό κατά φύσιν! Μέ τήν προαίρεση ἁμαρτάνουμε καί μέ τήν προαίρεση μετανοοῦμε. Ἡ γνώμη λοιπόν συνιστᾶ τήν  ὑποδομή κάθε ἁμαρτίας, εἶναι ἡ ἁμαρτία περιφραστικά καί δυνητικά. Βέβαια, διευκρινίζω τό  αὐτονόητο, ὅτι δέν  ὑπάρχει φύση χωρίς πρόσωπο οὔτε πρόσωπο χωρίς φύση. Ἐπίσης, δέν νοεῖται ‘’φύση’’ χωρίς τή ‘’γνώμη’’ καί ‘’γνώμη’’ χωρίς τή ‘’φύση’’.  Ἡ θέληση ἤ τό θέλημα εἶναι χαρακτηριστικό τῆς φύσεως καί ἡ γνώμη χαρακτηριστικό τοῦ προσώπου. Ἔτσι, ἄλλο εἶναι τό ‘’ἁπλῶς θέλειν’’ τοῦ φυσικοῦ θελήματος  καί  ἄλλο εἶναι τό ‘’πῶς θέλειν’’ τοῦ γνωμικοῦ θελήματος, πού δημιουργεῖται, ἀκριβῶς ὅταν τό πρόσωπο παρεκκλίνει σέ ἐμπαθεῖς εἰσηγήσεις καί δημιουργεῖται ἡ ἀποξένωση ἀπό τόν Θεό, αὐτό πού ὀνομάζουμε ἁμαρτία.

Ὅταν ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἀναφέρει ‘’γνώμῃ ἀγαθός ὁ Θεομίμητος’’ δέν ἐξαγιάζει τό γνωμικό θέλημα ἀλλά τονίζει ὅτι τελειοποιεῖται ἡ τρεπτή ἀνθρώπινη φύση, ὅταν ἡ ἐλεύθερη βούλησή μας δέν ἐπιτρέπει τή διασκεπτική στροφή ἀπό τή φυσική στοχοθεσία στήν ἐμπαθῆ παραχρησία.

Ὅσον ἀφορᾶ δέ στούς ἀγγέλους στούς ὁποίους ἀναφέρεσθε, δέν αὐξάνουν ὡς πρός τήν ἁγιότητα ‘’γνώμη’’ ἀλλά μέ τή χαρισματική ἀτρεψία τοῦ αὐτεξουσίου τους. Ὡς κτιστές καί λογικές ὑπάρξεις εἶναι ἐλεύθερες καί μεταβλητές. Μόνο τό ἄκτιστο εἶναι ἀμετάβλητο καί ἀναλλοίωτο ( Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός). Οἱ ἄγγελοι ἔχουν τή δυνατότητα νά τελειοποιοῦνται ὁλοένα καί περισσότερο μέ τή χρήση τοῦ  φυσικοῦ τους θελήματος, πού συνιστᾶ ἀέναη μετοχή στή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπό τή μετοχή αὐτή ἀπορρέει καί ὁ ἁγιασμός τους. Καί ὁ ἁγιασμός τους αὐτός εἶναι δῶρο ἐπειδή εἶναι ἀγαθό  ‘’ἐπισκευαστόν καί ἑτέρωθεν ἐπιδεδομένον’’, πού διατηρεῖται μέ τήν προσεκτική ἐμμονή στή λειτουργία τοῦ φυσικοῦ τους θελήματος, αὐτό σημαίνει πώς πλάστηκαν μέ φύση μεταπτωτή. Ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα καί σ’ αὐτούς ἀναπτύξεως γνωμικοῦ θελήματος ‘’ἐπί τό χεῖρον τρέπεσθαι’’ γι’ αὐτό καί ὁ ἑωσφόρος ἔπεσε. Ἡ ἀνάπτυξη τῆς προαιρέσεως στίς τάξεις τῶν ἀγγέλων λειτούργησε κάπως διαφορετικά ἀπ’  ὅ,τι σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους.  Τό κακό δέν τούς προσέβαλλε ἀπ’ ἔξω, ἀκριβῶς γιατί μέχρι ἐκείνη τή στιγμή δέν ὑπῆρχε.  Ἀνεφύη ἀπό τή φύση τους μέ δική τους ὑπαιτιότητα, ἐνδογενῶς ἐκκολάφθηκε ἀπό μέσα τους.  Καί ἐπειδή ἡ πνευματική τους σύσταση εἶναι διαφορετική γιατί δέν ζωοποιεῖ συνημμένο ὑλικό σῶμα, ὅπως ἡ ψυχή σ’ ἐμᾶς, γι’ αὐτό εἶναι τελεσίδικη ἡ πτώση τους καί εἶναι ἀδύνατη ἡ μετάνοιά τους.  Ἐμεῖς ἀμαρτήσαμε στόν χρόνο ἐνῶ οἱ ἄγγελοι στήν αἰωνιότητα.   Οἱ ὑπόλοιποι ἀπέκτησαν ‘’τήν ἐν τῷ καλῷ τῆς Χάριτος ἀμετακίνητον ἵδρυσιν’’. Δέν αὐξάνονται στήν ἁγιότητα ‘’γνώμη’’ ἀκριβῶς γιατί τέτοιο δέν παρουσιάζεται πλέον στίς τάξεις τους. Ἔλαβαν τό χάρισμα τῆς τελείας ἀτρεψίας καί ἀκινησίας πρός τό κακό. Ἔγιναν ‘’ἀκίνητοι οὐ φύσει, ἀλλά χάριτι καί τῇ τοῦ μόνου ἀγαθοῦ προσεδρείᾳ’’ ( Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός). Δέν ἔχουμε βέβαια παραλυσία ἤ ἐξαφάνιση τοῦ αὐτεξουσίου τους  ἀλλά στερέωσή του στή φυσική του κατεύθυνση καί  ἐξαγιασμό του. Τώρα δηλαδή διαφέρουν ἀπό τούς δαίμονες ὡς πρός τήν ἀπουσία τῆς προαιρέσεως, τήν ἀπολύτως ἀγαθή-φυσική βούληση καί τήν τελεία ὑπακοή τους πρός τόν Θεό.

Καί στόν μέλλοντα αἰῶνα, θά λειτουργεῖ μόνο τό φυσικό θέλημα κατά τον  Ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, διότι δέν θά ὑπάρχουν διαφορετικές προσλαμβάνουσες παραστάσεις γιά νά ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς ἐπιλογῆς.  Μόνο πού ὁ καθένας ἐκ τῶν σεσωσμένων θά ἐντάσσει τή λειτουργία τοῦ φυσικοῦ του θελήματος, στά πλαίσια τῆς πνευματικῆς διαβάθμισης, τῆς ἱεραρχικῆς διαστρωμάτωσης, στήν ὁποία θά βρίσκεται (καθαιρόμενοι, φωτισθέντες, θεούμενοι).

Θά περατώσω μέ ἕνα ἄλλο ἐρώτημα:  Ὑπῆρχε γνωμικό θέλημα στόν Χριστό;

Ἄν ἀπαντήσετε ναί, νεστοριανίζετε ἐπικίνδυνα καί ταυτίζεσθε μέ τόν μακαρίτη Αὐστραλίας Στυλιανό Χαρκιανάκη. Ἄν ἀπαντήσετε ὄχι, τότε σάν νά λέτε ὅτι ὁ Κύριος δέν προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση στήν ὁλοκληρία της, ἄν τό γνωμικό θέλημα συνιστᾶ ἀρχέγονο συστατικό γνώρισμα τῆς φύσεώς μας. Ἐπειδή, λοιπόν, προσέλαβε πλήρη καί τελεία ἀνθρωπίνη φύση ἄνευ γνωμικοῦ θελήματος, ἐκ τούτου καί μόνον συνάγεται  τό συμπέρασμα ὅτι τό γνωμικό θέλημα δέν εἶναι οὐσιώδης ποιότητα  τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά οἰονεί παράσιτο, πού δημιουργεῖται ἀπό τήν ἀφύσικη ἐκτροπή τῆς πορείας τοῦ αὐτεξουσίου μας.

Ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπισή Του, προσέλαβε ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη φύση, χωρίς τήν ἁμαρτία καί χωρίς νά ἐλαττώσει τό φυσικό στοιχεῖο τοῦ προσλήμματος, ἀλλά «ἀδίστακτον, μᾶλλον δέ στάσιμον τήν κατ’ ὄρεξιν φυσικήν, ἤτοι θέλησιν, κίνησιν ἔσχε».  Τί δηλώνει αὐτό;  Ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φυσική θέληση στον Χριστό δέν κινεῖται «κατά προαίρεσιν» ὅπως γίνεται σέ ἐμᾶς. Ἡ ἀνθρώπινη φύση στόν Χριστό θεώθηκε μέ τήν πρόσληψή της καί τήν ἔνωσή της μέ τή θεία φύση καί ἔτσι ἀπέκτησε «στᾶσιν ἀκίνητον ἐν ἐαυτῷ κατά τήν ἀκραιφνεστάτην οὐσίωσιν τῷ Θεῷ καί Λόγῳ παντελῶς θεωθεῖσαν» (ἔνθ. ἀνωτ. σελ. 38-40). Ἑπομένως, κτιστή κατά πάντα καί ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ καί ἄρα τρεπτή, θεώθηκε “ἐξ ἄκρας συλλήψεως” λόγω τῆς υποστατικῆς ἑνώσεώς της μέ τήν ἄκτιστη θεία φύση καί ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη πλευρά τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ἀδύνατον νά διολισθήσει γνωμικά καί νά ὑποστεῖ μετατροπή τῆς θελήσεώς της, διότι ἦταν ἀπρόσωπη καί υποστασίαζε “ ἐξ ἄκρας συλλήψεως “ὁ Λόγος. Κατ΄ αὐτό τόν τρόπο πέτυχε ὁ Κύριος στήν ἀπειροδυναμία τοῦ θεανδρικου  προσώπου Του τό θεοδύναμο προορισμό τῆς πεπτωκύιας δικῆς μας φύσεως.

Ἑπομένως, ἄν οἱ Πατέρες ὁμιλοῦν κάπου γιά  ‘’ἁγία γνώμη’’ ἀσφαλῶς καί  δέν ὑπονοοῦν τήν ὕπαρξη καί χρήση τοῦ γνωμικοῦ θελήματος σέ ἁγία ἀπόδοση. Ἄν εἶναι δυνατόν! Δέν  εἶναι  ρομποτοποιημένος ὁ φύσει θελητικός ἄνθρωπος ἀλλά ἔχει τή δυνατότητα τῆς ἄποψης καί τῆς δράσης ἀνάλογα μέ τίς  ἰδιαιτερότητες  τῶν χαρισμάτων του.

Εἶναι χαρακτηριστική σχετική διήγηση ἀπό τό γεροντικό:  ‘’Ἤκουσα ὅτι ἠρώτησε τίς τῶν Πατέρων τόν Ἀββᾶν Νιστερῶον τόν Μέγαν, τόν φίλον τοῦ Ἀββᾶ Ἀντωνίου, καί εἶπεν αὐτῷ:

-Ποῖον καλόν ἔργον ἐστίν, ἵνα ποιήσω; Καί εἶπεν αὐτῷ:

-Οὐκ εἰσί πᾶσαι αἱ ἐργασίαι ἴσαι; Ἡ Γραφή λέγει, ὅτι Ἀβραάμ φιλόξενος ἦν καί ὁ Θεός ἦν μετ’ αὐτοῦ. Καί  Ἠλίας ἠγάπα τήν ἡσυχίαν καί ὁ Θεός ἦν μετ’ αὐτοῦ. Καί ὁ Δαβίδ ταπεινός ἦν, καί ὁ Θεός ἦν μέτ’ αὐτοῦ. Ὅ οὖν  θεωρεῖς τήν ψυχήν σου θέλουσαν κατάΘεόν (φυσικόν θέλημα), τοῦτο ποίησον καί φύλαξον τήν καρδίαν σου (ἀπό τό γνωμικόν θέλημα)΄΄.

Μέσα σ’ αὐτά τά πλαίσια τοῦ εὐλογημένου πλουραλισμοῦ τῶν ἀπαθῶν ἀπόψεων ἀνάλογα καί μέ τήν ποικιλία τῶν χαρισμάτων, ἄλλοι ἐμακάρισαν τόν ἐρημικό βίο, ἄλλοι τόν κοινοβιακό καί ἄλλοι τό νά προΐστανται τοῦ λαοῦ, νά νομοθετοῦν, νά διδάσκουν καί νά συνιστοῦν ἐκκλησίες (Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος). Καί διευκρινίζεται ἐν τέλει: ‘’Ἐγώ δέ οὐδέτερον τούτων τοῦ ἑτέρου προκρίναιμι ἄν, οὐδέ τόν μέν ἐπαίνου, τόν δέ ψόγου ἄξιον εἴποιμι ἄν, ἀλλ’ ἐν παντί καί ἐν πᾶσιν ἔργοις καί πράξεσιν ὁ διά Θεόν καί κατά Θεόν βίος παμμακάριστος’’. Ἤτοι, ὅ,τι πράττει ὁ ἄνθρωπος ἐλευθέρως μέ γνώμονα τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί στόχο τή Θεία δόξα, ἀκόμη καί ἄν διαφέρει ἀπό τήν ἀπαθῆ ἄποψη κάποιου ἄλλου, συνιστᾶ φυσικό θέλημα καί ἀποβλέπει στή σύνθεση τῶν εὐλογημένων διαφοροτήτων καί στήν οἰκοδομή τοῦ σώματος τῆς ἐκκλησίας.  ‘’Ἁγία γνώμη’’ πού νά παρεκκλίνει ἀπό τόν κατά Χριστόν καί διά Χριστόν βίον ἤτοι τό φυσικό θέλημα, οὔτε κατά διάνοια δέν δέχονται οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τό ἀντίθετο, εἶναι χειμαρρώδης ἐπιφορά στόν μύλο τῶν περσοναλιστῶν. Καί ἄς προσέξουν  καλά ὅσοι τό ἰσχυρίζονται. Γιατί ἐνῶ κολλᾶνε προσδιοριστικές ἐτικέτες σέ ἄλλους, θά βρεθοῦν οἱ ἴδιοι μέ βαθυχάρακτες ταμπέλες νά μοστράρουν ἐπικίνδυνα μέ τά γραπτά τους καί τή διδασκαλία τους, τήν  ἠχηρή  βουλησιοκρατική (βολονταριστική) τους διολίσθηση.

Β)  ΠΕΡΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑΣ

Ἐδῶ δέν θά ἀσχοληθῶ διεξοδικῶς μέ τίς αἰτιάσεις του.  Δέν εἶναι ἀνάγκη νά τοῦ δίνω ὑλικό γιά νά ἐκτονώνει τήν «ὁμολογιακή» του ἀνδρεία καί τήν «ἀντιρρητική» του ἐπιθετικότητα. Ὅσα κι ἄν γράψω, αὐτός πάντοτε θά καταπιάνεται ἀπό κάπου γιά νά γεμίζει σελίδες μέ δαιδαλώδη ἤ καί ἄσχετα κάποτε πράγματα, γιατί εἶναι ἀναγκαῖο, κατ’ αὐτόν, νά καταδειχθεῖ ἡ δική μου παρέκκλιση ἀπό τά ὀρθοδόξως παραδεδομένα καί ἡ δική του ἐναρμόνιση μέ τά θεόθεν «τεθεσπισμένα».  Θεωρῶ ὅμως ἀναγκαῖο νά σταθῶ σέ τρία σημεῖα καί μόνο:

Α)  Φέρω σέ ἀντίθεση τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Ὄχι ἀδελφέ μου.  Δέν τούς φέρω καθόλου σέ ἀντίθεση ἀλλά διευκρινίζω ὅτι καθένας τους ἐξέτασε τό θέμα ἀπό μία ἰδιαίτερη πλευρά.  Ἔκαναν αὐτό πού ὑπαγόρευε ἡ ποιμαντική ἀναγκαιότητα τῆς στιγμῆς ἐκείνης.  Δέν ἀναιρεῖ τό γεγονός τῶν διαδοχικῶν καθάρσεων τῶν Προπατόρων ἡ ἐπισήμανση ὅτι μετεῖχαν σ’ αὐτή τήν πολυ-ύμνητη γενεαλογική σειρά καί μεγάλοι μεταποιημένοι ἤ ὄχι ἀμαρτωλοί.  Ὁ ἕνας Ἅγιος τονίζει μέ τόν τρόπο του, αὐτό πού ἄλλος Πατέρας διδάσκει ὅτι «πόρνης ἠράσθη ὁ Θεός», ἐφ’ ὅσον προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση μέ τά μεταπτωτικά της δείγματα, πού δημιουργοῦν τό εὔκρατο κλῖμα τῆς καλλιέργειας τοῦ γνωμικοῦ θελήματος.  Ὁ ἄλλος Ἅγιος τονίζει ὅτι προσέλαβε αὐτή τή φύση πεπτωκυΐα μέν ἀλλά πεντακάθαρη ἀπό τά σημάδια τῶν προσωπικῶν μολυσμάτων ἐκείνων πού τή διαχειρίσθηκαν. Ἡ ἔνταξη και ἀμαρτωλῶν στόν γενεαλογικό κατάλογο τοῦ Χριστοῦ, δείχνει ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του, πού δέν βδελύσσεται τούς ἀμαρτωλούς ἀλλά τούς προσλαμβάνει μεταποιημένους διά τῆς μετανοίας καί πλήρως διά τῆς σταυρικῆς Του θυσίας τούς θεραπεύει καί τούς ἀναγεννᾶ. Ἡ παράθεση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ τονίζει αὐτό πού ἔγραψε ὁ ἀείμνηστος καί ὀρθοδοξότατος πανεπιστημιακός διδάσκαλος ὑπομνηματίζοντας τήν ἔκδοση τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας «Ἡ Θεομήτωρ» ὅπου στή σελίδα 54  ὑποσημειώνει: «...Τό γεγονός ὅτι ἡ Παναγία συνελήφθη  <σωφρόνως>,  δέν τήν ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἐνοχή (συνέπειες) τοῦ προπατορικοῦ ἀμαρτήματος, οὔτε ἀπό τή ροπή πρός τήν ἀμαρτία, τήν προφυλάσσει ὅμως ἀπό τίς ἀμαρτωλές ἐκεῖνες ροπές πού κληροδοτοῦν οἱ σαρκικοί καί φιλήδονοι γονεῖς στά παιδιά τους... ».  Κρῖμα, πάτερ μου, πού εἶσαιἱκανός ὡς φαίνεται νά ὑποβιβάσεις πολύ τήν ἁγιότητα τῶν Θεοπατόρων φθάνοντας μέχρι καί σημείου ὕβρεως ἤ καινοτομίας, γιά νά προφυλάξεις τήν ὀρθοδοξία ἀπό ἐμᾶς πού τεχνηέντως δῆθεν εἰσάγουμε, τό βλάσφημο δόγμα τῆς ἀσπίλου συλλήψεως... Ὁ σύγχρονος  Ἅγιος τῆς Μονῆς Κουδουμᾶ πού ἐσεῖς εἰρωνεύεσθε, εἶπε καί ἔχει ἠχογραφηθεῖ: «Ὅποιος δέν θά ἡσυχάσει πάντοτε θά σέ δακάσει. Καί ὅποιος μόνος δέν δακρύσει, εὔκολος στό νά σέ βρίσει». Βέβαια, δέν ἰσχύει αὐτό γιά τόν ἐπικριτή μου, γιατί καί μοναχική συνέπεια διαθέτει καί εὐαισθησία σωτηριολογική συνέχει τό εἶναι του.  Τό ἀναφέρω ἀπλῶς γιά κοινό προβληματισμό... Δέν μπορῶ νά ἐξηγήσω τήν ἐπιθετικότητα καί τήν ἐν γένει συγκρουσιακή διάθεση πού ἀποπνέουν τά κείμενά του.  Στήν προηγούμενη ἐκτενέστερη ἀπάντησή μου ἐξέφρασα ὅλη τήν ἀπροσποίητη ἀδελφική ἀγάπη καί τόν εἰλικρινῆ σεβασμό πού τρέφω στό πρόσωπό του.  Ἐδῶ μεταχειρίζομαι αὐστηρότερο τρόπο ἔκφρασης, γιατί ἴσως τόν ἀναπαύει καλύτερα αὐτός ὁ δίαυλος διαλεκτικῆς ἐπικοινωνίας...

Β)  Κάνει μία θριαμβευτική διαπίστωση πού «κονιορτοποιεῖ» τίς δικές μου θέσεις. Ἤτοι, αὐτές πού ἐρείδονται στίς περί διαδοχικές καθάρσεις τῶν Προπατόρων ἀναλύσεις τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.  Ἀνακάλυψε ὅτι... «οὐ κατά φύσιν φυεῖσαν ἀλλά κατά χάριν..». Σοβαρά ἀδελφέ μου; Ἐδῶ μέ «ἔθαψες» κυριολεκτικά!  Θά ἄξιζε νά ἀναφέρω ἐδῶ ἕνα εἰδικό γιά τήν περίσταση πανελλαδικό λαϊκό λόγιο μέ τή συμπληρωματική προσαύξηση πού τό ἀποδίδει ἡ κρητική παράδοση.  Σέβομαι, ὅμως, τό δεοντολογικό πλαίσιο τοῦ φύλλου πού μᾶς φιλοξενεῖ καί τή σοβαρότητα τῶν θεμάτων στά ὁποῖα ἀναφερόμαστε...  Ἀναρωτιέμαι ὅμως πῶς τό ἀνακάλυψες!!!  Λές καί ἰσχυρίστηκα ἀπό τήν πλευρά μου ὅτι τό ἀποτέλεσμα αὐτό ἦταν φυσικό ἐπακόλουθο, σάν νά ὑπῆρχε μία οἰονεί «ἐλίτ» στά ἀνθρώπινα δεδομένα τῆς γενεαλογικῆς αὐτῆς διαδρομῆς, πού εἶχε νά ἐπιδείξει ἀτρεψία αὐτεξουσίου καί ἄνευ τῆς θείας Χάριτος κυοφορήθηκε αὐτό τό ἀποτέλεσμα.. Εἰλικρινά εἶστε σπουδαῖος!  Ἄν μελετήσετε λίγο τίς ἑρμηνευτικές ἀποδόσεις τοῦ  Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου ἐπί τοῦ θέματος, θά καταλάβετε τί ἐννοῶ... Ἤτοι, ὅτι ἦταν ἔργο τῆς θείας Χάριτος καί τῆς προαιρέσεως τῶν συγκεκριμένων ἁγίων ἀνθρώπων, πού δέν υἱοθέτησαν ἀμαρτωλές ροπές πού ὑπῆρχαν καί στό δικό τους γενεαλογικό ὑλικό ἀλλά διά μετανοίας καί ἀσκήσεως μεγιστοποίησαν τόν ἐξαγιασμό τῆς γενεᾶς τους, ἔως ὅτου ἡ «μακαρία ὀσφύς τοῦ Ἰωακείμ κατέβαλε σπέρμα πανάμωμον»...

Γ) Ἡ Τρίτη «σπουδαιοτάτη» ἐπισήμανση τοῦ ἀγαθοτάτου ἀδελφοῦ π. Παϊσίου, εἶναι ὅτι «κακόν γάρ κατ’ οἰκείαν ὑπόστασιν οὐδέν» ἀλλά δημιουργεῖται ἀπό τήν προαίρεση τοῦ κακῶς βιοῦντος.  Πολύ σωστό, ἄσχετο ὅμως μέ τό ὑπό συζήτηση θέμα.  Ὁ παμμέγιστος Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης προβαίνει σέ πολλές καί ἐκπληκτικές ἀποκαλύψεις, στή συζήτησή του μέ τόν ἄρχοντα τῆς Καππαδοκίας Ἱέριο γιά τόν θάνατο τῶν νηπίων.  Ἡ πιό καίρια ἐπισήμανσή του, θεωρῶ πώς εἶναι, ἐκείνη ἀκριβῶς πού ἐπεξηγεῖ, ὅτι ἡ ψυχή πού δέν ἔχει γευθεῖ ἐνσυνείδητα τήν ἀρετή, ἀλλά οὔτε νοσεῖ καί κατά τήν κακία, μπορεῖ νά χωρέσει τά αἰώνια ἀγαθά, δυναμουμένη ἀπό τή θεωρία τοῦ ὄντος.  Ἔτσι «τό ἀπειρόκακον νήπιον μηδεμιᾶς νόσου τῶν τῆς ψυχῆς ὀμμάτων πρός τήν τοῦ φωτός μετουσίαν ἐπιπροσθούσης, ἐν τῷ κατά φύσιν γίνεται, μή δεόμενον τῆς ἐκ τοῦ καθαρθῆναι ὑγιείας, ὅτι μηδέ τήν ἀρχήν τήν νόσον τῇ ψυχῇ παρεδέξατο».  Τί λέγει ἐδῶ;  Ὅτι ἐπειδή δέν ὑπάρχει ἀνεπτυγμένη νόησις δέν λειτουργεῖ  καί ἡ ἐμπαθής προαίρεση πού καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο ὑποχείριο τῆς ἁμαρτίας.  Ὁπότε, οὔτε κληρονομική ροπή, οὔτε ἐμβρυακή ἀγωγή καί παιδεία (πού φαίνεται νά δέχεται ὁ π. Παΐσιος) εἶναι δυνατόν νά δώσουν ὑπόσταση στό κακό μέσα του.  Αὐτά δημιουργοῦνται διά τοῦ γνωμικοῦ θελήματος καθώς ὁ ἄνθρωπος συνειδητά, υἱοθετεῖ εἰσηγήσεις τοῦ διαβόλου καί ἐπεξεργάζεται κακές κληρονομικές ροπές.

Ὁ Ἅγιος Παΐσιος τό διευκρινίζει πεντακάθαρα.  Ἄν θέλουμε βέβαια νά τόν ἀκούσομε καί νά μήν τό παραποιήσομε ἤ ὡς ἀγράμματο καί αὐτόν τόν περιθωριοποιήσομε...  Τό γεγονός ὅτι ἕνα βρέφος πού εἰσέπραξε ἀπό τούς γονεῖς του ἔντονη σαρκικότητα καί ἐνῶ θηλάζει πυρώνεται (Ἅγιος Παΐσιος) δέν σημαίνει ποσῶς ὅτι ἀμαρτάνει ἐκείνη τή στιγμή, ἀλλά ἡ προαίρεσή του κατά τρόπον μυστηριώδη καί λόγῳ νηπιότητος ἀνένοχον, στρέφεται ἀσυνείδητα πρός μία κατεύθυνση πού ἡ περίοδος τῆς ἐμβρυακῆς του διαμόρφωσης ἤ ἡ γονιδιακή του ἐπιφορά τοῦ κληροδότησε... Πληροφορήθηκα ἐν προκειμένῳ, χωρίς νά μπορῶ νά ἐπιβεβαιώσω τό ἀπολύτως ἀξιόπιστον τῆς συγκεκριμένης ἁγιορείτικης μαρτυρίας, ὅτι βρῆκαν τόν «μπελά» τους οἱ μοναχές τῆς Σουρωτῆς γιά ὅσα περί κληρονομικότητας ἐξέδωσαν, (μετά τή δική μας πρόσφατη παραπομπή στίς δικές τους ἐκδόσεις) εἰδικά γιά τό παράδειγμα τοῦ Ἁγίου ὅτι ἕνα κληρονομικό πάθος ὁμοιάζει μέ μία ἐλιά στό πρόσωπο.  Δέν πειράζει ποσῶς τόν ἔχοντα αὐτό τό βιολογικό σημαδάκι, ἴσως προσδίδει καί ὀμορφιά.  Ὅταν ὅμως, τό σκαλίσεις ἐρεθίζεται καί μπορεῖ νά μετεξελιχθεῖ σέ καρκῖνο. Ἐδῶ ἐννοεῖ  σαφῶς τίς κληρονομικές ροπές πού δέν εἶναι ἐνδογενεῖς οὐσιώδεις ποιότητες. Εἶναι λανθάνουσες-ἀνενεργεῖςἀποκλειστικότητες. Ὅταν, ὅμως, τίς ἐπεξεργασθεῖ ἡ προαίρεση καταλήγουν σέ ἐφάμαρτα πάθη.

Ὅταν, ἐπίσης, ἀναφέρθηκα στό βρέφος <Ἰωάννης Πρόδρομος>, δέν ἐννοοῦσα οὐδόλως ὅτι ὑπέστη ἀτρεψία τρόπον τινά τό αὐτεξούσιό του, ἀλλά ὅτι ἐμπεπλησμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐπέδειξε <ἐκ κοιλίας μητρός> τόν χαρισματικό του πλοῦτο καί τόν ἀπαράτρεπτο πνευματικό του προσανατολισμό. Περαιτέρω, δέν σχολαστικοποιῶ θέματα πολύ λεπτά καί μόνο στήν ἀνεξιχνίαστη γνώση τοῦ Θεοῦ ἐπαφιέμενα.  Ἴσως αὐτά πού δέν μποροῦμε νά ἐρευνήσουμε ἐμεῖς, νά μᾶς τά καταστήσει προσιτά στήν ἑπόμενη ἀναφορά του ὁ Πατήρ Παΐσιος.......

Περατώνοντας τήν περί κληρονομικότητος ἀναφορά μου, θά ἤθελα νά ἀναφερθῶ στόν πολύκλαυστο καθηγητή μου καί ἀκαταπόνητο πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας π. Γεώργιο Μεταλληνό. Σέ μία ἀπό τίς προφορικές παραδόσεις του, μᾶς ἐπεσήμανε ὅτι μέ τόν σωματικό θάνατο δέν καταργεῖται ἡ ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου.  Τά ὀστᾶ διακρατοῦν «στοιχεῖα τοῦ νοῦ», ἤτοι τά δελτία τῶν ἐνεργημάτων του.  Βάσει αὐτῶν ἐπικοινωνεῖ ἡ ψυχή μέ τό σῶμα καί θά ἀναγνωρίσει κάθε ἀπότμημά του κατά τήν κοινή ἀνάσταση.  Ἀναφέρθηκε στόν διάλογο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης μέ τήν αὐταδέλφη του ὁσία Μακρίνα περί θανάτου καί ψυχῆς.  Συγκεκριμένα ἀναφέρθηκε καί ἀνέλυσε τήν φράση: «Ἡ ψυχή...καί μετά τήν διάλυσιν (τοῦ σώματος) ἀεί ἐπίσταται (τά μέρη τοῦ σώματος πού τῆς ἀνήκουν) ἐκ τῶν ἀπομεινάντων σημείων τοῖς λειψάνοις, οὐ πλανωμένη περί τό ἴδιον».

Ἐξήγησε, πῶς εἰκόνες τῶν παθημάτων τοῦ σώματος ἀντανακλῶνται στήν ψυχή καί τανάπαλιν, δεδομένης τῆς ἄρρηκτης διασυνδέσεως τῶν δύο ὑποστατικῶν στοιχείων τοῦ ἀνθρώπου μέσῳ τῆς ἀλληλοεπηρεαζόμενης συνδετικῆς λειτουργίας τῶν ἐνεργειῶν, ἀμφοτέρων τῶν δύο αὐτῶν στοιχείων τῆς διμεροῦς ἀνθρωπίνης ὀντότητος. Ἀνεφέρθη καί στήν ἐξήγηση τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, πῶς ὁ «ἐξυλισμένος» Ἄδης τρόμαξε, ὅταν εἶδε τόν Κύριο «κατάστικτο τοῖς μώλωψι καί πανσθενουργό..».  Ἀλλά αὐτά ἔχουν ἀναφερθεῖ  διεξοδικῶς σέ παλαιότερη δημοσίευση καί παρέλκει ἡ ὁποιαδήποτε νέα διαπραγμάτευση τοῦ ζητήματος αὐτοῦ.  Στήν ἑπόμενη «ἀναίρεση» τοῦ π. Παϊσίου θά πληροφορηθοῦμε ἄν αὐτά τά «ἐρανισθήκαμε» ἀπό τήν Ἀριστοτελική διδασκαλία περί ἐμψυχωμένης σάρκας ( ἡ ὁποία σοφιστικῶς μεταφέρθηκε στήν προσέγγισή μου ἐπί τοῦ θέματος) ἤ μήπως ἐπί τό ἀκριβέστερον ἀπό τόν ...Μωάμεθ ἤ τόν Κομφούκιο!!!

Δ) Πρέπει νά ἀναφερθεῖ ἐδῶ καί κάτι πού θεωρῶ πολύ σημαντικό. Ὁ πολυσέβαστος Γέροντας π. Βασίλειος Βολουδάκης πολυχρόνιος συνεργάτης  τοῦ «Ὀρδοδόξου Τύπου» πού κόσμισε τίς στῆλες τῆς ἀγωνιστικῆς ἐφημερίδος μέ τίς καίριες καί ἐμπεριστατωμένες θέσεις του σέ πλειάδα ἐκκλησιαστικῶν καί ἰδίᾳ δογματικῶν θεμάτων καί τοῦ ὁποίου ἡ θεολογική ἐμβρίθεια, ἡ ἱστορική διαδρομή καί συγγραφική παραγωγή οὔτε κατά προσέγγιση δύναται να συγκριθεῖ μέ κάθε… π. Παϊσίου  καί  π. Ἀντωνίου, τοποθετεῖται στό θέμα τῆς κληρονομικότητας ὅπως ἀκριβῶς καί ἡ οὐδενία μου!  Μέ πληροφόρησε ἐσχάτως, μετά τήν κυκλοφορία καί τῆς δευτερολογίας μου ἐπί τοῦ θέματος, φίλος καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς.  Ἐρεύνησα καί διαπίστωσα ὅτι, σέ δύο ζωντανές βιντεοσκοπημένες ἐμφανίσεις του, στήν ἐκπομπή «Ἐνορία ἐν δράσει» 2018  καί 2019, συνομιλώντας μέ τόν ἐπίσης ἀξιοσέβαστο π. Βασίλειο Τσιμούρη, χρησιμοποιεῖ ἀκόμη καί τήν ἴδια ὀρολογία πού καί ἐμεῖς χρησιμοποιήσαμε καί τήν ὁποία μέ ἐκκωφαντικά ἐπιφωνήματα χλευάζει ὁ π. Παΐσιος στά δικά του κείμενα.  Ἀπόρησα γιά τήν ἀπόλυτη ταύτιση.  Οὔτε ἐκεῖνος εἶχε μελετήσει δικά μου κείμενα, οὔτε καί ἐγώ γνώριζα ἔστω καί ποσῶς τίς θέσεις του ἐπί τοῦ θέματος.  Εἶναι λίαν διαφωτιστική καί ἡ μελέτη του: «Τί συμβαίνει μέ τήν κληρονομικότητα, Μέρος Β΄».  Τώρα, κατά πόσο εἶναι «περσοναλιστής» καί «οἰκουμενιστής» ὁ θεολογικός αὐτός καταπέλτης ἐπί μυρίων θεμάτων καί ἀκατάβλητος προασπιστής τῆς ἀμωμήτου ἡμῶν παραδόσεως, τό ἀφήνω στήν κρίση τοῦ σεβαστοῦ ἀναγνωστικοῦ μας κοινοῦ νά τό διαπιστώσει... Νομίζω ἐδῶ ταιριάζει ἡ λαϊκή ἐτυμηγορία: «Δέν θά σηκωθοῦν τά πόδια νά χτυπήσουν τήν κεφαλή…».

Ε)  Τώρα ἀξίζει νά ἀναφερθεῖ καί μία χιουμοριστική ἱστορία, ὅπως τήν ἄκουσα ἀπό τά χείλη ἁγίου ζῶντος εἰσέτι Ἀρχιερέως. Ἔχει νά κάνει μέ τή σχέση ἐπιστήμης καί Θεολογίας.  Ὅταν πρίν πολλά χρόνια, ἐπεκτάθηκε ἡ χρήση τοῦ τηλεφώνου, ὁ μακαριστός καί ἅγιος καθηγούμενος Γαβριήλ ὁ Διονυσιάτης μία ἐμβληματική φυσιογνωμία τοῦ σύγχρονου ἁγιορείτικου μοναχισμοῦ, ἐπεχείρησε νά βάλλει τηλέφωνο καί  στό μοναστήρι του.  Οἱ παλαιοί πατέρες ἀντιδροῦσαν ἀσυνθηκολόγητα.  Πῶς εἶναι δυνατόν –διατείνονταν- νά ὑπάρχει ἕνα καλώδιο καί νά μιλᾶς στό ἕνα ἄκρο καί νά σέ ἀκούουν ἀπό τό ἄλλο; Τέτοιο πρᾶγμα δέν ἀναφέρει οὔτε ἡ Φιλοκαλία, οὔτε ὁ Εὐεργετινός, οὔτε καί οἱ ὑπόλοιποι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.  Ὁπότε, τοῦτο τό φαινόμενο ἀποτελεῖ, συγκεκαλυμμένο δαιμονικό τέχνασμα!  Ἡ φωνή τοῦ διαβόλου ἀκούεται. Πῶς νά πείσει τούς ἀγαθοπροαίρετους ἐκείνους μοναχούς ὁ Γέρων Γαβριήλ ὅτι πλανῶνται οἱ ἴδιοι;  Ὁπότε μέσω τοῦ θείου φωτισμοῦ, τῆς ἐγνωσμένης πολυπειρίας του στό νά διαχειρίζεται δύσκολα θέματα καί τῆς πανθομολογούμενης εὐστροφίας του, ἐπέλεξε νά τούς καθησυχάσει, λέγοντάς τους τό ἐξῆς: «Ἐντάξει πατέρες. Κι ἐγώ συμφωνῶ ὅτι ὁ διάβολος ἐνεργεῖ μέσα στό καλώδιο. Τί θά λέγατε ὅμως νά χρησιμοποιήσουμε τό καλώδιο αὐτό ὡς παγίδα;  Ἀμέσως, ὅλα τά δαιμονάκια θά τρέξουν ἐκεῖ μέσα νά κρυφτοῦν γιά νά δράσουν καί ἔτσι θά ἀνακουφιστοῦμε ἐμεῖς ἀπό τόν πόλεμο πού μᾶς κάνουν ἐδῶ γύρω....». Φάνηκε ὡραῖα καί πρακτικότατη ἡ ἰδέα τοῦ Γέροντος Γαβριήλ καί ἔτσι μπῆκε τό τηλέφωνο στή Μονή Διονυσίου!  Εἴθε βέβαια νά εἴχαμε ἐμεῖς ἔστω καί ἕνα πολλοστημόριο ἀπό τήν ἐμβιωμένη θεοσέβεια, τήν ταπείνωση καί τήν ἀρετή τῶν Ὁσίων ἐκείνων Γερόντων, εἰδικά ὅταν ἀναφερόμαστε στίς πρακτικές τῆς ἀρετῆς καί σέ ἐν γένει μεγάλα σωτηριολογικά θέματα..

Ὅσο οἰκουμενιστής καί καινοτόμος ἦταν ὁ τρισμακάριος Γέρων Γαβριήλ σ’ ἐκείνη τήν περίπτωση, ἄλλο τόσο νεωτερίζοντες, περσοναλιστές καί συμβιβασμένοι εἶναι καί ἐκεῖνοι πού -στοιχοῦντες τήν τακτική τῶν Ἁγίων Πατέρων- ἀπαντοῦν στά σύγχρονα ρεύματα καί στίς γνήσιες ἐπιστημονικές διακριβώσεις μέσα ἀπό τό ἀκένωτο θησαυροφυλάκιο τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρικῆς κατάθεσης τῶν παλαιῶν καί νέων Ἁγίων μας…

Αὐτή τή διαλεκτική υἱοθετοῦσαν ἀνέκαθεν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε ἀρέσει εἴτε δέν ἀρέσει αὐτός ὁ τρόπος προσέγγισης τῶν θεμάτων, τόσο στούς ἀνατρεπτικούς μινιμαλιστές τοῦ περιεχομένου τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως, ὅσο καί  στούς στενόμυαλους καί  ἰδεοληπτικούς <<ἀκριβολόγους>> τῆς ἰσχύουσας σωτηριολογικῆς θεματικῆς.

Ἡ ἀλήθεια περί Θεοῦ, πνευμάτων, κόσμου καί τῶν ἐσχάτων εἶναι ἡ ἀποκεκαλυμμένη πίστη ἡ «ἅπαξ παραδοθεῖσα» (Ἰουδ. 3) στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.  Ἡ ἀλήθεια ὅμως αὐτή, διατυπώνεται στήν πορεία τοῦ χρόνου «διά πλειόνων ρημάτων» ἀνάλογα μέ τίς ποιμαντικές ἀνάγκες καί τίς προκλήσεις τῶν ἐποχῶν.  Γέμει π.χ. ἡ ἐπιστολογραφία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἀπό ἡσυχαστικές ἀναφορές, ἀλλά τίς λιτές αὐτές διατυπώσεις μέ τά συμπεπυκνωμένα νοήματα, τά μετέτρεψε σέ ἀναλυτικές ὁμιλίες ἀπείρου κάλλους καί ἐπεξηγηματικῆς προέκτασης ὁ ἐμπειρικός ἑρμηνευτής τους  Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.  Αὐτά πού εἶπε ὁ Χριστός μέσῳ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, δέν ἀναφέρονται ἀπό τον  Ἴδιο στίς Εὐαγγελικές παραθέσεις Του.  Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς πληρορορεῖ ὅτι ἀποτελοῦμε σάν Ἐκκλησία «σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους» (Α΄ Κορ. ΙΒ΄, 27).  Αὐτή εἶναι καί ἡ «πᾶσα ἀλήθεια» (Ἰωάνν. ΙΣΤ΄, 12-13) στήν ὁποία ὁδήγησε ὁ Παράκλητος τούς Ἀποστόλους τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.  Ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο πληροφορηθήκαμε τόν οὐράνιο διάκοσμο τῶν μακαρίων ἀγγέλων καί τήν ὀνομαστική διαταξιακή τους κατανομή σέ τάγματα – χορείες.  Ἀπό τόν ἴδιο μάθαμε τί δηλώνει τό βάπτισμα καί πολλά ἄλλα.  Γι’ αὐτό γράφει ὁ μιμητής καί ἐρμηνευτής τοῦ  Ἀποστόλου Παύλου Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι «διά τοῦ στόματος τούτου (τοῦ Παύλου) τά μεγάλα καί ἀπόρρητα ὁ Χριστός ἐλάλησε, καί μείζονα ἤ δι’ ἐαυτοῦ» (ΕΠΕ Ὁμιλ. λβ΄ εἰς τήν πρός Ρωμ.).

Κατά παρόμοιο τρόπο, ὁ μεγάλος σύγχρονος ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ὑποστάσεως  Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης «μείζονα ἐλάλησε» περί κληρονομικότητας ἀπό τούς ἀρχαίους Πατέρες, ὡς καί ὁ θεοφόρος καί ὑπερκόσμιος  Ὅσιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, οὐδόλως ἀναιροῦντες τούς πρό αὐτῶν Ἁγίους Πατέρες ἀλλά βασιζόμενοι σέ αὐτούς, στοιχοῦντες τή δισχιλιετῆ ἐκκλησιαστική παράδοση...  Τοιουτοτρόπως,  ὄχι μόνο νοημάτησαν ἀπλανῶς τήν ἐγκυρη ἐπιστημονική ἐτυμηγορία ἀλλά καί κατά πολύ τήν ὑπερέβησαν, ἀφοῦ ὅσα ἡ ἁγιοπνευματική διορατική «διόπτρα» ἐντοπίζει καί ἐρμηνεύει, εἶναι ἀδύνατον καί ἡ πιό ὀξυμμένη πεπερασμένη ἀνθρώπινη «κούτρα» νά ἐξιχνιάσει, ἤ ἔστω καν νά ὑποπτευθεῖ...

Ὅσον ἀφορᾶ δέ, τά περί <<βιοθεολογία>> τῆς μετανοίας ἀπό τήν πλευρά τοῦ π. Παϊσίου παρατιθέμενα, τοῦ ἀφιερώνω μέ χιουμοριστική διάθεση, ὅσα ὁ <<Ἁγιορείτικος Τόμος>>  διαλαμβάνει, ἀπηχώντας τή Θεολογία τῆς Ἐκκλησίας, διά γραφίδος τοῦ Ἁγίου  Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ : <<Ὅποιος δέν παραδέχεται τίς πνευματικές καταστάσεις πού ἀποτυπώνονται ἀπό τά πνευματικά χαρίσματα τῆς ψυχῆς στό σῶμα ἐκείνων πού προκόβουν κατά Θεόν, καί ὀνομάζει ἀπάθεια τήν ἕξη τῆς νεκρώσεως τοῦ παθητικοῦ, ἀλλά  ὄχι καί τήν ἕξη τῆς ἐνεργείας πρός τά ἀνώτερα, μέ ὁλική ἀποστροφή τῶν κακῶν καί στροφή πρός τά καλά, μέ ἀποβολή τῶν κακῶν ἕξεων καί ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν, αὐτός, σύμφωνα μέ τή γνώμη του αὐτή, ἀρνεῖται καί τή ζωή τῶν ὄντων μέ σῶμα κατά τόν ἄφθαρτο μέλλοντα αἰῶνα>> (Φιλοκαλία τῶν  Ἱερῶν Νηπτικῶν, Τόμος Δ΄, κεφ. Στ΄, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, <<Ἁγιορείτικος Τόμος ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων >> ).

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Περαίνοντας τήν πενιχρή αὐτή ἀναφορά μου, διά παντός κλείνω τό θέμα αὐτό ἀπό τήν πλευρά μου, τουλάχιστον ἔναντι τοῦ συγκεκριμένου ἐπικριτοῦ μου.  Εὐχή, πάντως καί ἐλπίδα μου εἶναι ὁ π. Παΐσιος, ὅσα καταγράψαμε σχολιάζοντας τήν κριτική του, νά μήν τά δώσει ὡς τροφή στόν «ἀμυνόμενο θυμό» του, ἀλλά νά τά προσλάβει μέ καλή καί ἀγαθή διάθεση, ὥστε νά τόν βοηθήσουν νά ἀπεμπλακεῖ ἀπό λανθασμένες ἀποτιμήσεις καί ἀπόψεις γύρω ἀπό τό θέμα αὐτό καί ἀποκτήσει μία καθαρότερη θεωρία τῶν θεολογικῶν μαρτυριῶν πού διασαφηνίζουν τά πράγματα. Ἔτσι καί τόν ὁμώνυμό του σύγχρονο Μέγα  Ἅγιο Παΐσιο τόν  Ἁγιορείτη θά τιμήσει καί στή σκωπτική καί ἀπορριπτική στάση του θά παύσει νά ἐμμένει, παραγνωρίζοντας Πατερικά θέσφατα πού ἐπεξηγοῦν τήν περί κληρονομικότητας πάγια θέση τῆς Ἐκκλησίας μας.