Αναζήτηση

Τοπικοί Άγιοι

Αντιμήνσιο Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου

eikona-agiwn-morfou.jpg


eikona-agiwn-morfou.jpg


Ο άγιος Ιάκωβος ‘‘ο με συγχωρείτε

Αρχική Αγιολογία «Μικρά Ασία - Συροπαλαιστίνη: Η πνευματική ενδοχώρα των Κυπρίων» (Αλαμάνοι Άγιοι)
en el fr
«Μικρά Ασία - Συροπαλαιστίνη: Η πνευματική ενδοχώρα των Κυπρίων» (Αλαμάνοι Άγιοι) Εκτύπωση
Ευρετήριο Άρθρου
«Μικρά Ασία - Συροπαλαιστίνη: Η πνευματική ενδοχώρα των Κυπρίων» (Αλαμάνοι Άγιοι)
Μαύρο Όρος = Αμανός
Μοναστήρια Μαύρου Όρους - Αλαμανού Όρους
Αλαμανοί Άγιοι
Ακρίτες και Αμανός
Κουτσοβέντης - Αμανός
Όλες οι Σελίδες

alt Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου*

Το σχήμα που θα μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε τις σχέσεις της Κύπρου με τη Μικρά Ασία και τη Συροπαλαιστίνη, θα το δανειστούμε από μια ρήση του αειμνήστου πατρός Παύλου Εγγλεζάκη, η οποία αναφέρει τα εξής πολύ εύστοχα: «Η Κύπρος που ο ιστορικός αγαπά, η ζωντανή Κύπρος, δεν είναι παρά ένας χώρος, μία ιστορία και μία εκκλησία. Ακριβώς διότι αυτό που προσδιορίζει την ταυτότητα της Κύπρου είναι η γεωγραφία, η ιστορία και η Εκκλησία της. Αναφέρομαι όχι στο ατομικό, στο τυχαίο και στο καιρικό, αλλά σε ο,τι ο Σολωμός —ακολουθώντας τον Δάντη— ονόμασε ‘το κοινόν και το κύριον’»1.

Αναζητώντας λοιπόν το κοινόν και το κύριον, ας εντρυφήσουμε πρώτα στα της γεωγραφίας. Γεωγραφικά η Κύπρος βρίσκεται στην ανατολική γωνιά της Μεσογείου, 75 χιλιόμετρα από τα παράλια της Μικράς Ασίας και 105 χιλιόμετρα από τις δυτικές ακτές της Συρίας. Μ’ αυτά τα δεδομένα, ο Απόστολος Ανδρέας, της Καρπασίας, είναι πιο κοντά στη Συρία παρά στην Πάφο! Η γεωγραφική αυτή εγγύτητα, ήταν λοιπόν ο πρώτος παράγοντας που οδήγησε φυσιολογικά στην ανάπτυξη και στη διατήρηση μέσα από τους αιώνες κάθε είδους υλικών σχέσεων. Οι οποίες, εννοείται —αφού στον πολιτισμό για τον οποίο μιλούμε, το υλικό και το πνευματικό δεν εννοούνται χωριστά—, ήσαν ταυτόχρονα και πνευματικές. Μάρτυρες της βαθιάς πνευματικής σχέσης της Κύπρου με τη Συροπαλαιστίνη και τη Μικρά Ασία, είναι και οι εκατοντάδες άγιοι που τιμώνται στην Κύπρο και οι οποίοι είτε έλκουν την καταγωγή τους από τις απέναντι ακτές, είτε τιμούνται όμοια και εκεί.
 
Η Κύπρος ανήκε στον ελληνικό κόσμο από τα αρχαία χρόνια, από την έναρξη της καθόδου των Αχαιών, περί το 1200 π.Χ., την οποία ακολούθησε η ίδρυση των αρχαίων Βασιλείων της Κύπρου. Από την αρχαία αυτή εποχή, λοιπόν, φυτεύεται στην Κύπρο η ελληνική γλώσσα, ο ελληνικός πολιτισμός και ο ελληνικός τρόπος θέασης του κόσμου. Αυτό τον ελληνικό κόσμο, προσπάθησε να τον ενοποιήσει ο Μέγας Αλέξανδρος, ο οποίος όμως, ως άνθρωπος φθαρτός, δεν έφτασε να ολοκληρώσει την προσπάθειά του. Την προσπάθεια ήρθε να ολοκληρώσει η Εκκλησία του Χριστού, η οποία προσλαμβάνει τον ελληνιστικό κόσμο και τον διαμορφώνει σε χριστιανική οικουμένη, τον ανοίγει στην αιωνιότητα, τον μεταμορφώνει από πολιτισμό του «νυν» σε πολιτισμό του «νυν και αεί». Η Κύπρος, ως αναπόσπαστο κομμάτι αυτού του κόσμου, συνεχίζει τη διαδρομή της, όπως και στα αρχαία χρόνια, ως μέρος του νέου κόσμου που είναι ενοποιημένος γύρω από την ίδια πίστη (το «ομόδοξον») και την ελληνική γλώσσα.
 
Όταν διαλύθηκε πια αυτός ο κόσμος, και ιδιαίτερα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή που απέκοψε την Κύπρο από τον φυσικό της περίγυρο, το νησί δεν είχε άλλη διέξοδο από του να στραφεί προς την Αθήνα, προσχωρώντας σ’ ένα όραμα ενσωμάτωσης στο έθνος-κράτος. Η μετατόπιση αυτή, ήταν μια στροφή από την πλατιά οπτική του ομοδόξου και της οικουμενικής ελληνικότητας, η οποία είχε απωλεσθεί πλέον —τουλάχιστον με τη μορφή που είχε μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα—, προς μια οπτική που αναζητά την ενότητα στην ταύτιση του έθνους με το κράτος. Σιγά σιγά, αυτές τις πτυχές της ιστορίας μας, τις κάλυψε η άγνοια. Έτσι, όταν σήμερα λέμε «Σύρος» η «Παλαιστίνιος», σχεδόν όλοι καταλαβαίνουν ότι μιλούμε για Άραβα μουσουλμάνο, η όταν λέμε Μικρασία κάποιοι καταλαβαίνουν Τουρκία. Το γεγονός ότι στα μέρη αυτά υπάρχουν ακόμη ορθόδοξοι αδελφοί μας, οι οποίοι αγωνίζονται να κρατήσουν τη Ρωμιοσύνη και την Ορθοδοξία ζωντανή μέσα σ’ ένα αραβοποιημένο και μουσουλμανικό περιβάλλον, καλύπτεται εν πολλοίς από άγνοια. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να στραφεί η έρευνα προς αυτούς τους τόπους και αυτές τις πηγές.
 
Η κατ’ ανατολάς γεωγραφία, η ελληνική ιστορία και η ορθόδοξη Εκκλησία, μας στέλνουν συνεχώς προσκλήσεις για να βρούμε το αληθινό μας πρόσωπο τις οποίες, αν θέλουμε να βγούμε από τα διάφορα αδιέξοδα, δεν πρέπει να αγνοήσουμε. Μια τέτοια πρόσκληση, που ήταν ταυτόχρονα κάλεσμα της γεωγραφίας, της ιστορίας και της Εκκλησίας, στάληκε και σε μένα προσωπικά, από το φίλο Επίσκοπο Αρκαδίας Βασίλειο, ο οποίος, το Νοέμβριο του 2010, με κάλεσε να επισκεφθώ το Λίβανο και τη Συρία. Έτσι λοιπόν, ανταποκρινόμενος ευχαρίστως στην πρόσκληση, επισκέφθηκα πανάρχαιους ιστορικούς τόπους που βρίσκονται στα όρια των δύο αυτών χωρών.
 
Η προσκυνηματική μου επίσκεψη και τα όσα αποκόμισα από αυτήν, επιβεβαίωσαν μέσα μου την πεποίθηση για τη βαθιά πνευματική σχέση που μας ενώνει με αυτά τα μέρη και τους ανθρώπους τους. Είδα σαρκωμένα τα εναπομείναντα, πότε ως ερείπια και πότε ως ζωή. Ανακάλυψα πολλά που μας συνδέουν και φωτίζουν την κοινή μας παράδοση και πορεία μέσα στο χρόνο. Αντιλήφθηκα ότι το θαύμα λειτουργεί ακόμη στα μέρη αυτά, που εμείς θεωρούμε νεκρά και άνυδρα. Αναφέρω εδώ μερικά ενδεικτικά παραδείγματα.
 
Στην Ταρτούς, μία παραλιακή πόλη της Συρίας, κοντά στα σύνορα με το Λίβανο, υπάρχει μια παλιά εκκλησία, του 13ου αιώνα, προς τιμήν της Θεοτόκου, που τώρα λειτουργεί ως μουσείο. Η σταυροφορική αυτή εκκλησία είναι κτισμένη πάνω σε ερείπια εμφανούς βασιλικής του 5ου αιώνα. Όταν ρωτήσαμε γιατί η εκκλησία τιμάται στην Παναγία, έκπληκτοι ακούσαμε τον πατέρα Ηλία να μας λέει ότι, κατά την παράδοση, η Θεοτόκος μαζί με τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο στάθμευσαν στο μέρος αυτό, καθώς πήγαιναν να συναντήσουν τον φίλο του Κυρίου, τον δίκαιο Λάζαρο, στην απέναντι παραλία της Κύπρου, στο Κίτιον2.
 
Η έκπληξή μου ήταν μεγάλη γι’ αυτό που άκουσα, γιατί εμείς εδώ στην Κύπρο, παρόλο που μας χωρίζουν μόλις λίγες δεκάδες χιλιόμετρα από την απέναντι ακτή, δεν γνωρίζαμε την ύπαρξη αυτής της παραδόσεως. Ταυτόχρονα ένοιωσα ότι η παράλληλη παράδοση της παρουσίας του Αγίου Λαζάρου στο Κίτιον και η παράδοση της Ταρτούς ενοποιούν την όραση μας και φωτίζουν τη χριστιανική ιστορία του τόπου μας στα πρώτα χριστιανικά της βήματα, πριν την άφιξη των Αποστόλων το έτος 49. Η εικόνα της ένθρονης Θεοτόκου στην Αγγελόκτιστη στο Κίτι (13ου αι.) είναι ισχυρή ένδειξη της σχέσης αγίου Λαζάρου και Παναγίας. Στην εικόνα η Θεοτόκος περιστοιχίζεται από τον ζωγράφο της ευαγγελιστή Λουκά και τον φίλο του Χριστού Δίκαιο Λάζαρο, εικονιζόμενο μάλιστα με αρχιερατικό ωμοφόριο3.
 
Εκεί υπάρχει και το σπήλαιο που κατά την παράδοση των ορθοδόξων Ρωμιών της Συρίας διέμεινε για κάποιο διάστημα ο Απόστολος Ανδρέας μέχρι να επισκεφτεί την Κύπρο. Δηλαδή, η ίδια παράδοση περί του ταξιδιού του Αποστόλου Ανδρέα από τα μέρη της Ανατολής στην Κύπρο, υπάρχει τόσο στην Καρπασία όσο και στα απέναντι μέρη της Συρίας. Υπάρχει βέβαια και το λιμάνι της Σελεύκειας της Πιερίας από το οποίο, σύμφωνα με την παράδοση, απέπλευσαν οι Απόστολοι για να έρθουν στη Σαλαμίνα της Κύπρου κατά την Α’  Αποστολική τους περιοδεία.
 
Πέρα από τους Αποστόλους, όμως, τους δεσμούς με τις απέναντι ακτές ενισχύουν και φωτίζουν τα πρόσωπα πολλών αγίων μεταγενέστερων εποχών. Τον 3ο αιώνα μας έρχεται από την Ανατολή και συγκεκριμένα από την περιοχή της Λαοδικείας, της Συρίας η της Φρυγίας μάλλον, ένας πολύ σημαντικός άγιος, ο Αρτέμων. Φτάνει στον Κορμακίτη και ύστερα στην Αυλώνα, όπου και οικοδομεί το βαπτιστήριό του και γίνεται ο φωτιστής όλης της πεδινής περιοχής Μόρφου και όλης της Κύπρου, καθότι ο άγιος τιμάται μέχρι το Ορνίθι της Μεσαορίας.
 
Ο κομιστής του παλαιστινιακού μοναχισμού στην Κύπρο, άγιος Ιλαρίων ο Μέγας, αφού περιόδευσε σε πολλές χώρες και τόπους, τα τελευταία χρόνια της ζωής του εγκαταστάθηκε στην Πάφο, εισάγοντας έτσι το παλαιστινιακό μοναστικό πρότυπο στην Κύπρο.
 
Από τη Βησανδούκη της Παλαιστίνης φτάνει στην Κύπρο ο άγιος Επιφάνιος, προς συνάντηση του γέροντά του Ιλαρίωνα, και γίνεται ο μέγας ιεράρχης ο οποίος με το παγκόσμιο κύρος του διασφαλίζει το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Κύπρου. Το όνομά του στην Γ  Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, είναι όνομα σφραγίδας και ασφάλειας, απέναντι στις διεκδικήσεις των Αντιοχέων.
 
Ο άγιος Θεράπων Επίσκοπος Κιτίου, ο οποίος έζησε τον 7ο αιώνα, όπως λέει ο βίος του, μετά την έναρξη των αραβικών επιδρομών φεύγει από την Αλαμανία και φτάνει στην Παλαιστίνη κι από εκεί στα παράλια της Κύπρου. Στην Κύπρο μαρτύρησε από τους Άραβες, κατά την ώρα που τελούσε τη θεία Λειτουργία. Ο τόπος του μαρτυρίου του υπάρχει μέχρι σήμερα στο κέντρο της Λάρνακας προσδοκώντας την ανάδειξή του.
 
Η μεγαλύτερη όμως έκπληξη στη Συρία, μου επιφυλάχθηκε στη βασιλική του Αγίου Συμεών του Στυλίτη, που ευρίσκεται στα βόρεια σύνορα της Συρίας, πολύ κοντά στο Χαλέπι. Για τη σταυρόσχημη αυτή βασιλική, ο Φώτης Κόντογλου έγραψε ότι αποτελεί το μεγαλοπρεπέστερο δείγμα βυζαντινής ναοδομίας μετά την Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως. Στο κέντρο της βασιλικής διασώζεται η βάση του στύλου πάνω στον οποίο έζησε ο άγιος.