Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ
Σεβάσμια καὶ αἰδέσιμη ἡ σημερινὴ ἡμέρα, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Ὁ κήρυκας τῆς ἀληθείας, ὁ λύχνος τοῦ Φωτός, ὁ ἔνσαρκος Ἄγγελος, ὁ Βαπτιστὴς καὶ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου ἀποτέμνεται τὴν κεφαλήν! Πῶς καὶ γιατί, μόλις ἀκούσαμε στὴ σχετικὴ ἀφήγηση τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Ἂς ἐνσκύψουμε μὲ εὐλάβεια στὸ ἱερὸ τοῦτο κείμενο, ἐπικαλούμενοι τὶς θεόδεκτες ἱκεσίες τοῦ Τιμίου Προδρόμου, γιὰ νὰ τὸ κατανοήσουμε καλύτερα καὶ νὰ λάβουμε ψυχικὴ ὠφέλεια.
Ὁ βασιλιὰς τῆς Ἰουδαίας Ἠρώδης, ἐνῶ ζοῦσε ἀκόμη ὁ ἀδελφός του Φίλιππος, καὶ εἶχε μάλιστα καὶ ἕνα παιδί, ἔλαβε τελείως παράνομα τὴν γυναίκα του Ἠρωδιάδα γιὰ σύζυγο. Αὐτὸ τὸ λέμε, γιατὶ ὁ Μωσαϊκὸς νόμος ἐπέτρεπε, ἐὰν πέθαινε ἄτεκνος ὁ ἀδελφὸς κάποιου Ἰουδαίου, νὰ λάβει τὴ γυναίκα του ἐκεῖνος, καὶ νὰ ἀποκτήσει παιδὶ στὴ μνήμη τοῦ κεκοιμημένου ἀδελφοῦ του. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ὁ ἔνσαρκος αὐτὸς ἄγγελος, ποὺ ζοῦσε μία ἰσάγγελη ζωὴ στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη καὶ κήρυττε στὸν λαὸ μετάνοια καὶ τοὺς βάπτιζε στὸν ποταμὸ αὐτό, ὡς μία προετοιμασία γιὰ νὰ δεχθοῦν τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ σιωπήσει μπροστὰ σὲ μία τέτοια προκλητικὴ καὶ κραυγαλέα παρανομία καὶ ἁμαρτωλὴ πράξη, ἐνεργούμενη μάλιστα στὸ πρόσωπο τοῦ ἀνωτάτου ἄρχοντα τῆς χώρας. Καί, ἀνάμεσα σὲ ὅσα ἄλλα κήρυσσε, ἔλεγχε δημόσια τὴν παρανομία καὶ μοιχεία τοῦ Ἠρώδη. Κι ὁ Ἠρώδης, γιὰ νὰ φιμώσει, ὅπως νόμιζε, τὴν ἅγια γλώσσα τοῦ ἐλέγχου, φυλάκισε τὸν Ἰωάννη. Μὰ καὶ στὴ φυλακή, ὅταν τὸν ἐπισκεπτόταν ὁ Ἠρώδης, γιὰ νὰ ἰδεῖ μήπως μαλάκωσε ἡ γνώμη τοῦ Προδρόμου, αὐτὸς δὲν ἔπαυε τὸν δίκαιο ἔλεγχο: «Οὐκ ἔξεστί σου ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου»! Κι ὁ Ἠρώδης αἰσθανότανε φόβο καὶ εὐλάβεια μπροστὰ στὸν Τίμιο Πρόδρομο, γιατὶ ἀναγνώριζε πὼς καὶ δίκαιος καὶ ἅγιος ἤτανε, καὶ πρόσταξε νὰ ἔχει ἄνετη διαβίωση στὴ φυλακή• καὶ τὸν ἄκουγε μὲ εὐχαρίστηση, καὶ μάλιστα ἔπραττε ἀρκετὰ ἀπ’ αὐτά, γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ Ἰωάννης τὸν συμβούλευε.
Μὰ ἡ ἔμψυχη ὀχιά, ποὺ εἶχε δίπλα του ὁ Ἠρώδης, ἡ Ἠρωδιάδα, δὲν ἡσύχαζε, ἀλλὰ καιροφυλακτοῦσε τὴν κατάλληλη εὐκαιρία, γιὰ νὰ χύσει τὸ θανατηφόρο της δηλητήριο στὸν «μέγιστον ἐν γεννητοῖς γυναικῶν», στὸν μεγαλύτερο δηλαδὴ καὶ ἀξιώτερο ἄνθρωπο, ποὺ γεννήθηκε (ἀσφαλῶς μετὰ τὴν Παναγία μας), τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. Καὶ βρέθηκε ἡ ἄθλια εὐκαιρία. Πότε; Ὅταν τελοῦσε τὰ γενέθλιά του ὁ ἄνομος Ἠρώδης. Καὶ τότε ἔστειλε τὴν ἰσάξιά της στὴν ἠθικὴ διαφθορὰ θυγατέρα της νὰ χορέψει προκλητικὰ μπροστὰ στὸν Ἠρώδη καὶ στοὺς συμποσιαστὲς μεγιστᾶνες τῆς Ἰουδαίας. Καί, τόσο τυφλώθηκε ὁ βασιλιὰς ἀπὸ τὴ μέθη, ἀπὸ τὰ πάθη, ἀπὸ τὸν χορὸ τῆς ἀσεμνότατης ἐκείνης γυναίκας, ποὺ ὀρκίστηκε νὰ τῆς δώσει ὅ,τι τοῦ ζητοῦσε, μέχρι καὶ τὸ μισό του βασίλειο! Κι αὐτὴ ἡ διαβολοδασκαλεμένη ἔτρεξε στὴν ὀχιὰ μητέρα της νὰ τῆς ἑρμηνεύσει, τί νὰ ζητήσει στὴ χρυσῆ αὐτὴ εὐκαιρία. Καὶ ἡ ἀσπίδα (φαρμακερὸ φίδι) Ἠρωδιάδα ἔριξε ἐπιτέλους τὸ δηλητήριό της: «Νὰ ζητήσεις τώρα ἀμέσως», τῆς εἶπε, «τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννη, νὰ σοῦ τὸ φέρουν μέσα σὲ μιὰ πιατέλλα!» Τὸ ὁποῖο καὶ ἔγινε, ἀλίμονο! Κι ὅσο κι ἂν λυπήθηκε τάχα ὁ Ἠρώδης, γιὰ νὰ μὴ παραβεῖ δῆθεν τὸν ὅρκο, ἔστειλε τὸν δήμιο καὶ ἀποκεφάλισε τὸν μέγιστο τῶν Προφητῶν στὴ φυλακή, καὶ ἔφερε, ὡς δῶρο τοῦ πορνικοῦ ἐκείνου χοροῦ, τὴν κεφαλή του στὴ θυγατέρα τῆς Ἠρωδιάδας, στὴν ἴδια τὴν Ἠρωδιάδα.
Μυστηρίων μυστήρια τὰ κρίματα τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί! Ὁ Κύριός μας οἰκονόμησε, ἐπέτρεψε, ὁ φίλος Του, αὐτὸς ὁ Μέγας Πρόδρομος, νὰ λάβει μαρτυρικὸ τέλος, γιὰ νὰ στεφανωθεῖ μὲ ἕνα ἀκόμη χρυσοποίκιλτο στεφάνι, αὐτὸ τοῦ μαρτυρίου. Καὶ λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως ὡραιότατα τὸ ἀποτυπώνει καὶ τὸ ἀρχαιότατο ἀπολυτίκιο τοῦ Προδρόμου, ὅτι ὁ Πρόδρομος, ὅπως κατὰ τὴν ἐπὶ γῆς ζωή του προετοίμασε τὸν δρόμο, τὸ ἔδαφος, τὶς ψυχὲς δηλαδὴ τῶν συγχρόνων του ἀνθρώπων νὰ δεχθοῦν τὸν Ἥλιο τῆς Δόξης, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν, ἔτσι καὶ στὸν ἅδη, ποὺ πῆγε ἡ ὁλόφωτη ψυχή του, προκήρυξε τὴν ἔλευση, τὴ σάρκωση τοῦ Κυρίου, καὶ ὅτι καὶ Αὐτὸς θὰ ἐρχόταν στὸν ἅδη• μὰ ὄχι ὡς ἕνας ἁπλὸς νεκρός, ἀλλ’ ὡς ὁ καταλύτης τοῦ ἅδη, τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου, ὡς ὁ παντοδύναμος καὶ ἐλευθερωτὴς Θεὸς καὶ λυτρωτὴς τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων: «ὅθεν τῆς ἀληθείας ὑπεραθλήσας, χαίρων εὐαγγελίσω καὶ τοῖς ἐν ᾄδῃ Θεὸν φανερωθέντα ἐν σαρκί».
Ἡ μορφὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἀδελφοί, ποὺ μᾶς προβάλλει σήμερα στὴ μνήμη τῆς ἀποτομῆς του ἡ Ἐκκλησία, πολλὰ ἔχει νὰ μᾶς εἰπεῖ, νὰ μᾶς διδάξει. Γιατί, «τιμὴ Μάρτυρος, μίμηση Μάρτυρος» κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο. Κι ἐμεῖς, γιὰ νὰ τιμήσουμε ὅπως ἁρμόζει τὸν μέγαν Ἰωάννη καὶ Πρόδρομο, πρέπει νὰ τὸν ἔχουμε ὡς πρότυπο ζωῆς καὶ ἀρετῆς. Καὶ ποιά ἀρετὴ δὲν εἶχε ὁ Πρόδρομος: Εἶχε τὴν ἀκράδαντη πίστη στὸν Θεό, τὴν ἁγνότητα καὶ καθαρότητα, τὴ νηστεία καὶ ἐγκράτεια, τὴν ταπείνωση, ἰδιαίτερα τὴν ἀγάπη τὴ διπλή, στὸν Θεὸ καὶ στοὺς ἀνθρώπους, τὴν ἀγάπη στὴν ἀλήθεια καὶ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸ ὁποῖο καὶ ἔτυχε καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ τέλους.
Καὶ βλέπετε ἕνα παράδοξο, ἀδελφοί: Ἐνῶ ὅλων τῶν μεγάλων ἁγίων μας τὸ τέλος, τὸν θάνατο, ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ πανηγυρικὰ καὶ μὲ κατάλυση σὲ τροφὴ πανηγυρικὴ καὶ ἑορτάσιμη, τοῦ Τιμίου Προδρόμου τὸ τέλος τὸ τιμᾶ κατ’ ἐξαίρεση μὲ ἄκρα νηστεία, μὲ ἀλάδωτο καὶ ξηροφαγία. Καὶ τοῦτο, γιὰ νὰ δείξει ἕνα πένθος στὸ τέλος του, ἕνα σεβασμὸ στὴ μνήμη τοῦ μεγίστου Προφήτου, τοῦ μεγίστου τούτου ἁγίου, ποὺ πέρασε τὴ ζωή του μὲ ἄκρα ἐγκράτεια καὶ αὐστηρὴ νηστεία!
Ἂς ἐπικαλούμαστε κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, τὸν μέγαν Ἰωάννη καὶ Πρόδρομο, στὸν περικαλλὴ ναὸ τοῦ ὁποίου συναθροισθήκαμε σήμερα γιὰ νὰ τὸν τιμήσουμε μὲ ἄσματα καὶ μὲ ᾠδὲς πνευματικές, ἂς τὸν ἐπικαλούμαστε πάντοτε ὅλοι, ἰδιαίτερα ἐσεῖς, οἱ κάτοικοι τοῦ εὐλογημένου τούτου χωριοῦ, ποὺ τὸν πλουτεῖτε προστάτη, γιατὶ ἔχει μεγάλη παρρησία στὸν Θεό. Καὶ ἀκατάπαυστα, μαζὶ μὲ τὴν Παναγία μας, ἱκετεύει τὸν φιλάνθρωπο Κύριο νὰ μᾶς συγχωρεῖ, νὰ μᾶς ἐλεεῖ, νὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς αἰωνίου βασιλείας Του.
Ταῖς τοῦ σοῦ Προδρόμου πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς καὶ τὸν κόσμον σου. Ἀμήν! |