Αναζήτηση

Τοπικοί Άγιοι

Αντιμήνσιο Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου

eikona-agiwn-morfou.jpg


eikona-agiwn-morfou.jpg


Ο άγιος Ιάκωβος ‘‘ο με συγχωρείτε

Αρχική Αγιολογία Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, στὴ μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου
en el fr
Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, στὴ μνήμη τοῦ ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου Εκτύπωση

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Άγιος Αντώνιος, 1192, Ιερά Μονή Παναγία του Άρακος, Λαγουδερά Ἀντώνιος ὁ μέγας Πατὴρ ἡμῶν, ὁ πρῶτος πολιστὴς τῆς ἐρήμου, ὁ γενάρχης τοῦ μοναχισμοῦ, τὸ κλέος τῶν Ὀρθοδόξων, τὸ καύχημα τῆς οἰκουμένης, ἡ δόξα τῶν πιστῶν, ἡ ἐπισφράγιση τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ κληρονόμος τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, τὸ στήριγμα τῆς οἰκουμένης

ἡ δόξα τῶν πιστῶν, ἡ ἐπισφράγιση τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ κληρονόμος τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, τὸ στήριγμα τῆς οἰκουμένης -ὅπως ψάλλουμε στὸ ὡραῖο του ἀπολυτίκιο- καὶ πολιοῦχος τοῦ χωριοῦ τῶν Σπηλιῶν, μᾶς συνεκάλεσε κι ἐφέτος, ἀγαπητοί μου ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, στὸν εὐλογημένο τοῦτο ναό του, στὴν πανήγυρη τῆς περίλαμπρης μνήμης του, γιὰ νὰ τὸν τιμήσουμε εὐφρόσυνα μὲ ὕμνους καὶ ψαλμοὺς καὶ ᾠδὲς πνευματικὲς καὶ νὰ ἀντιλάβουμε τὴ Χάρη καὶ εὐλογία του, δοξάζοντας τὸν μόνο ἀληθινὸ ἐν Τριάδι Θεόν, «τὸν ἐνδοξαζόμενον ἐν τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ».

Ὁ οὐρανοπολίτης τοῦτος ὅσιος καὶ ἐπίγειος ἄγγελος, ποὺ ἀξιώθηκε, ὅπως λιγοστοὶ στὴν ἱστορία, τοῦ ἐπίζηλου τίτλου τοῦ Μεγάλου γιὰ τὰ ὄντως μεγάλα θεϊκά του ἔργα, ἀξιώθηκε ἀπὸ τὴ θεία Πρόνοια καὶ γιὰ ὠφέλεια τῶν μεταγενεστέρων, νὰ βιογραφηθεῖ ἀπὸ ἕνα ἄλλο Μεγάλο τῆς Ἐκκλησίας ἄνδρα, τὸν Μέγαν Ἀθανάσιο, τὸν ὁποῖο εἶχε γιὰ ἕνα διάστημα μαθητή του. Τὸν θαυμάσιο τοῦτο Βίο τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου ἔγραψε ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῆς κλεινῆς μεγαλούπολης Ἀλεξάνδρειας, καὶ τὸν ἀπέστειλε ἀρχικὰ σὲ μοναχοὺς τῆς Αἰγύπτου, γιὰ νὰ τὸν μελετοῦν καὶ νὰ τὸν ἔχουν ὡς πρότυπο ζωῆς. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸν θαυμαστὸ βίο ἀντλοῦν καὶ τὰ μεταγενέστερα Συναξάρια τοῦ Μ. Ἀντωνίου, καὶ ἀπ᾿ αὐτὸν θὰ σταχυολογήσουμε κι ἐμεῖς τὰ βασικώτερα ἀπὸ τὴν ἰσάγγελη ζωὴ τοῦ ἑορταζομένου μας ἁγίου.

Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος πατρίδα ἐπίγεια εἶχε τὴν Αἴγυπτο, ὅπου γεννήθηκε περὶ τὸ 251 στὸ χωριὸ Κόμα τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στὴν ἀρχαία Μέμφιδα. Οἱ γονεῖς του, εὐσεβεῖς καὶ πλούσιοι Χριστιανοί, τὸν ἀνέθρεψαν μὲ πίστη καὶ φόβο Θεοῦ. Ἀπὸ μικρὸς ἦταν ὀλιγαρκὴς καὶ ἐσωστρεφής, καὶ δὲν θέλησε νὰ μάθει γράμματα σὲ σχολεῖο, οὔτε νὰ συναναστρέφεται μὲ ἄλλα παιδιά, γιὰ νὰ μὴν αἰσθάνεται σύγχυση καὶ ἀνάγκη φροντίδας. Μετέβαινε ὅμως συχνὰ στὴν ἐκκλησία, ὅπου παρακολουθοῦσε προσεκτικὰ τὴν ἀνάγνωση τῶν ἱερῶν βιβλίων καὶ τὴν ἐξιστόρηση τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων. Ὅταν ἦταν εἴκοσι περίπου ἐτῶν, ἐκοιμήθησαν οἱ γονεῖς του καὶ παρέμεινε κληρονόμος τῆς μεγάλης τους περιουσίας καὶ κηδεμόνας τῆς μικρότερης ἀδελφῆς του. Μιὰ μέρα, συλλογιζόμενος τὴν ἀμέριμνη ζωὴ τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν πρώτων Χριστιανῶν, ἄκουσε στὴν ἐκκλησία τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου στὸν πλούσιο νέο, ποὺ ἐπιζητοῦσε τὴν ἠθικὴ τελειότητα: «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι». Συγκινημένος καὶ πεπεισμένος ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπηύθυνε προσωπικὰ αὐτὴ τὴν ἐντολή, πώλησε τὰ ὑπάρχοντά του (εἶχε 300 τόσα εὔφορα κτή–ματα), διένειμε τὰ χρήματα σὲ πτωχοὺς καί, ἀφοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν ἀδελφή του σὲ ἕνα παρθενώνα, ἀποφάσισε νὰ ἀποταχθεῖ ὁριστικὰ τὸν κόσμο καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὸν ἀσκητικὸ βίο.

Ἐπειδὴ τότε δὲν ὑπῆρχαν ἀκόμη μοναστήρια, οὔτε καὶ ὀργανωμένος μοναχικὸς βίος, μιμούμενος κάποιο Γέροντα ἀσκητὴ ποὺ ἔμενε κοντὰ στὸ χωριό του, ἔκτισε καὶ ὁ ἴδιος ἕνα κελλὶ σὲ ἀπομονωμένο μέρος ἔξω ἀπ᾿ τὸ χωριό του, ὅπου ἔστησε τὴν ἀσκητική του παλαίστρα. Μὲ τὸν νοῦ ἀπαλλαγμένο ἀπὸ κοσμικὲς φροντίδες, ἐργαζόταν χειρωνακτικὰ γιὰ τὸν βιοπορισμό του, ἐλεώντας ἀπὸ τὰ ἔσοδά του αὐτὰ καὶ τοὺς πτωχούς, μελετοῦσε τὰ ἱερὰ βιβλία καὶ προσπαθοῦσε νὰ φυλάξει ἀδιατάραχη προσευχὴ στὴν καρδιά του. Ἀκόμη, σὰν σοφὴ μέλισσα, ὅπου ἄκουγε ὅτι ὑπῆρχαν ἐνάρετοι ἀσκητές, ἔτρεχε μὲ πόθο κοντά τους καὶ συνέλεγε τὸ πνευματικὸ νέκταρ τῆς ἀρετῆς τοῦ καθενὸς ἀπ᾿ αὐτούς. Ἀλλά, δὲν ἄργησε ὁ διάβολος νὰ φθονήσει τὸν ἐνάρετο βίο του, καὶ ἄρχισε νὰ τὸν ἐνοχλεῖ μὲ ποικίλους πειρασμοὺς καὶ λογισμούς, τόσο σαρκικούς, ὅσο καὶ ψυχικούς, ὑποβάλλοντάς του μικροψυχία, ὀλιγοπιστία, δειλία καὶ ἄλλα πάθη, μὲ τὸ σκοπὸ νὰ τὸν κάνει νὰ ἐγκαταλείψει τὴ ἰσάγγελη πολιτεία του. Καὶ ὁ Κύριος ἐπέτρεπε νὰ δοκιμάζεται ὁ ἀθλητής του, γιὰ νὰ δείξει τὴν πίστη καὶ ὑπομονή του, νὰ γίνει ἔμπειρος τοῦ πνευματικοῦ πολέμου καὶ νὰ μπορεῖ στὸ μέλλον νὰ βοηθήσει ὁ ἴδιος ἄλλους, ποὺ θὰ πειράζονταν ἀπὸ τὸν κοινὸ ἐχθρὸ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κι ὁ γενναῖος νέος Ἀντώνιος νίκησε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Κυρίου τὶς πρῶτες ἐκεῖνες δαιμονικὲς προσβολές, σκληραγωγούμενος μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχὴ καὶ ταπεινώνοντας συνεχῶς τὸν ἑαυτό του. Προοδεύοντας λοιπὸν στὴν ἀσκητικὴ ζωή, μετέβη καὶ κατοίκησε σ᾿ ἕνα ἀρχαῖο ὑπόγειο τάφο. Μὴ ὑποφέροντας τὴ γενναιότητά του ὁ σατανᾶς, πῆγε ἕνα βράδυ μὲ ὁλόκληρη λεγεώνα δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι -πάντοτε κατὰ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ-, τόσο πολὺ τὸν ἔδειραν, ποὺ τὸν ἄφησαν καταγῆς καταπληγωμένο. Ὁ φίλος του, ποὺ τὸν φρόντιζε καὶ τοῦ μετέφερε κατὰ διαστήματα λιγοστὴ τροφή, ὅταν τὸν βρῆκε ἔτσι ἡμιθανῆ, τὸν μετέφερε στὸν ναὸ τοῦ χωριοῦ. Ἀλλά, μόλις συνῆλθε ὁ ἀτρόμητος Ἀντώνιος, παρεκάλεσε καὶ τὸν ξαναμετέφερε ὁ γνωστός του στὸν τάφο, γιὰ νὰ καταισχύνει τοὺς δαίμονες, ποὺ δὲν ἔπαυσαν νὰ τὸν πολεμοῦν.             Μετὰ ἀπὸ μιὰ ἄλλη μάχη μὲ τοὺς δαίμονες, ἐμφανίσθηκε μέσα σὲ φῶς ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καί, ἀφοῦ τὸν ἐνίσχυσε στὸν ἀγώνα του, τοῦ ὑποσχέθηκε πὼς θὰ καταστοῦσε τὸ ὄνομά του ἔνδοξο σ᾿ ὅλη τὴ γῆ· πρᾶγμα πού, ὅπως γνωρίζουμε, ἔγινε! Στὰ τριανταπέντε του χρόνια ὁ ὅσιος ἀποφάσισε νὰ ἀποσυρθεῖ ὁλομόναχος στὴν ἔρημο, καὶ ἐγκλείστηκε σ᾿ ἕνα παλιὸ φρούριο ἐπάνω σὲ βουνὸ στὴν ἀνατολικὴ ὄχθη τοῦ Νείλου, ὅπου παρέμεινε ἀγωνιζόμενος ὑπεράνθρωπα γιὰ εἴκοσι χρόνια. Κατόπιν, ἔχοντας πληροφορία ἀπὸ τὸν Θεό, δὲν ἔδιωχνε πιὰ αὐτοὺς ποὺ προσέτρεχαν κοντά του νὰ τὸν συμβουλευθοῦν καὶ μιμηθοῦν, κι ἄρχισε νὰ δέχεται μαθητές, ποὺ συνεχῶς αὐξάνονταν. Ἵδρυσε στὴ συνέχεια δύο μονὲς καί, μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δίδασκε τοὺς ὑποτακτικοὺς του «τὴν τέχνην τῶν τεχνῶν καὶ ἐπιστήμην τῶν ἐπιστημῶν», τὴν πνευματικὴ ζωή. Χάρη στὸν ὅσιο, ἡ ἔρημος μετεβλήθη σὲ πόλη, ὅπου πολυάριθμες κοινότητες μοναχῶν δοξολογοῦσαν ἀκατάπαυστα τὸν Θεό.

Κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ μεγάλου διωγμοῦ τοῦ Μαξιμίνου Δάϊα (308), ὁ Μέγας Ἀντώνιος μετέβη στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ἐνίσχυε τοὺς μάρτυρες καὶ ὁμολογητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ ποθοῦσε κι αὐτὸς νὰ τύχει τοῦ μαρτυρίου. Ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ὅμως τὸν διαφύλαξε τότε εἰς πολλῶν ὠφέλειαν. Ἐπέστρεψε λοιπὸν ὁ ἅγιος στὴ μοναστική του κοινότητα, συνεχίζοντας νὰ ἀθλεῖ τὸ ἀναίμακτο μαρτύριο τῆς συνειδήσεως. Λόγῳ τῶν θαυμάτων καὶ τῆς φήμης του, αὐξήθηκαν οἱ ἐπισκέπτες του, γι᾿ αὐτὸ μετέβη στὴν ἐσώτερη ἔρημο, στὸ ὄρος, ποὺ μέχρι σήμερα ἐπονομάζεται «Ὄρος τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου», γιὰ νὰ ζήσει πλέον ἀπερίσπαστα τὴν πνευματικὴ θεωρία. Κατέστη δὲ τόσο ὀνομαστός, ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν ὑψηλοβάθμιοι ἀξιωματοῦχοι νὰ ὠφε-ληθοῦν ἀπὸ τὶς συμβουλές του. Ἀκόμη καὶ ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καὶ οἱ υἱοί του ἔγραψαν ἐπιστολὲς στὸν ταπεινὸ τοῦτο μὰ ἔνδοξο κατὰ Θεὸν μοναχό, ὡς πρὸς πατέρα τους, ζητώντας τὶς ἅγιες εὐχές του. Ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε γιὰ τελευταία φορὰ τοὺς μοναχούς του, ἐπέστρεψε στὴ βαθύτερη ἔρημο μὲ δύο μαθητές του, ὅπου, στὶς 17 Ἰανουαρίου τοῦ 356, σὲ ἡλικία 105 ἐτῶν, παρέδωσε ἐν εἰρήνῃ τὸ πνεῦμα του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, ποὺ τόσο ἀπὸ τὴ νεότητά του ἀγάπησε καὶ τόσους ἀγῶνες διήνυσε γι᾿ αὐτή του τὴ θεία ἀγάπη. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔλεγε σὲ ὥριμη πιὰ ἡλικία: «Ἐγὼ δὲν φοβοῦμαι πλέον τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸν ἀγαπῶ.»

Παρόλο ποὺ τὸ ἅγιο λείψανό του, σύμφωνα μὲ προσταγή του, ἐνταφιάστηκε σὲ ἄγνωστο μέρος ἀπὸ τοὺς δύο πιὸ πάνω μαθητές του, κατὰ τὸ ἔτος 561 ἀποκαλύφθηκε μετὰ ἀπὸ ὀπτασία θεϊκὴ καὶ μεταφέρθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἐνῶ κατὰ τὸ 635, ἐνόψει τῆς ἀραβικῆς κατάκτησης τῆς πόλης, μετακομίστηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα δὲ μὲ τὴν παράδοση, τὸ 1070 μεταφέρθηκε ἀπὸ Γάλλο εὐγενὴ στὴν πόλη Ντωφινὲ τῆς Γαλλίας, ὅπου ἀποτελεῖ ἕως σήμερα ἀντικείμενο μεγάλου προσκυνήματος.

Καὶ ἕνα τελευταῖο πνευματικὸ... ἐπιδόρπιο! Κάποτε ἕνας Γέροντας στὴν ἔρημο, λίγο μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου, παρακαλοῦσε θερμὰ τὸν Κύριο, νὰ τοῦ δείξει τὴ δόξα τῶν ἁγίων στοὺς οὐρανούς. Ὁ Θεός, εἰσακούοντας τὸν θεοφιλή του πόθο, ἔστειλε ἅγιο ἄγγελο, ποὺ τὸν μετέφερε στὸν χῶρο ποὺ τὰ διάφορα τάγματα τῶν ἁγίων δοξολογοῦσαν τὸν Θεό. Ἀλλά, παραδόξως, ἔλειπε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἀπὸ ἐκείνη τὴν οὐράνια συναυλία! Καὶ στὴν εὔλογη σχετικὴ ἀπορία τοῦ ἀσκητῆ, ἀπάντησε ὁ ἄγγελος, ὅτι ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἀπουσίαζε, διότι βρισκόταν (καὶ βρίσκεται!) δίπλα στὸν θρόνο αὐτῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος, μεσιτεύοντας γιὰ ὅλο τὸν κόσμο! Ἀσφαλῶς, «ἐπιλήψει ἡμᾶς ὁ χρόνος», νὰ διηγούμαστε τὰ τῆς θαυμαστῆς πολιτείας τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Σᾶς συνιστοῦμε νὰ διαβάσετε ὁλόκληρο τὸν βίο του, ποὺ κυκλοφορεῖ σὲ διάφορους συναξαριστές, καθὼς καὶ τὸ σπουδαῖο βιβλίο «Γεροντικό», μία ἀρχαία θαυμάσια συλλογὴ μὲ ἀποφθέγματα ἁγίων Γερόντων τῆς ἐρήμου, κυρίως τῆς Αἰγύπτου, ὅπου καὶ ἀρκετὰ ἀναφέρονται στὸν Μέγαν Ἀντώνιο.

Νὰ παρακαλοῦμε πάντοτε τὸν Μεγάλο Ἀντώνιο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μὲ ὅλους τοὺς ἁγίους, νὰ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς μετάνοια, πόθο καὶ φόβο Του, ἀγάπη σ᾿ Αὐτὸν καὶ τὸν πλησίον μας, νὰ μᾶς δίνει τὴ δύναμη νὰ μιμηθοῦμε κάτι ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν ἁγίων μας, ὁ καθένας τὸ κατὰ δύναμη. Γιατὶ μόνο ἔτσι θὰ ἔλθει καὶ πάλιν πλούσιο τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ σὲ τοῦτο τὸν τόπο, καὶ θὰ εὐλογήσει ὁ Κύριος καὶ τὴν πρόσκαιρη αὐτὴ ζωή μας, καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς αἰώνιας ζωῆς, ὅπου χοροὶ ἁγίων καὶ ἀγγέλων ἀνυμνοῦν ἀκατάπαυστα τὴν Παναγία Τριάδα. Ἀμήν!