Το χωριό Κατωκοπιά βρίσκεται 29χλμ δυτικά της πόλης της Λευκωσίας και 6χλμ νοτιοανατολικά της πόλης της Μόρφου, σε υψόμετρο 125μ και είναι κτισμένο σ’ ένα καμπίσιο τοπίο, βόρεια του περνάει ο ποταμός Σερράχης
Η Κατωκοπιά συνδέεται στα βορειοδυτικά με το χωριό Αργάκι (1,5 χλμ) και την κωμόπολη της Μόρφου (6χλμ), στα βορειοανατολικά με το χωριό Μάσαρι (2,5χλμ) και στα νότια με το χωριό Αστρομερίτης (4χλμ) .
Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν διάφορες εκδοχές που μία από αυτές λέει ότι η ονομασία Κατωκοπιά παράγεται από το αρχικό Κακοτοπιά (κακός τόπος), εξαιτίας του γεγονότος ότι η περιοχή ήταν γεμάτη από πέτρες. Επίσημα το χωριό γράφεται σαν Κατωκοπιά και η ονομασία αυτή πιθανόν να προέρχεται από τις λέξεις «κάτω» και «τόπος», δηλαδή Κατωτοπιά-Κατωκοπιά.
Το χωριό υπήρχε στα Μεσαιωνικά χρόνια και σημειώνεται στους παλαιούς χάρτες όπως το χάρτη του Abraham Ortelius, του 1573. Επίσης στους χάρτες της Κύπρου του 1538 (Matheo Pagano) και του 1566 (Giovanni Francesco Camocio), ως Carocopia. Επίσης, το συναντώμαι σε διάφορα παλιά έγγραφα του 14ου αιώνα ( (καταχωρήσει που προέρχονται από τον Παρισινό Κώδικα αρ.1590 που εξέδωσε ο Zean Darrouzes «Λογοτεχνία και ιστορία Βυζαντινών Χειρογράφων Λονδίνο, 1972». Σε χειρόγραφο του 1063, το οποίο προέρχεται από την Ιερά Μονή Παναγίας της Ασίνου και σε χειρόγραφο ευαγγέλιο που σώζεται στην κοινότητα Αστρομερίτη, όπου στο περιθώριο του αναγράφεται η τοποθεσία ζωτοκατοκοπία.
Τον 16ο αι., ο Φλώριος Βουστρώνιος γράφει ότι η Catocopia ήταν φέουδο του ευγενούς Jean Ferrer (15ος αι.). Και σε άλλο χειρόγραφο (Λειμωνίδα), αναφέρεται ότι η Κατωκοπιά ήταν φέουδο της ευγενούς Μαργαρίτας. Σε έκθεση που συντάχθηκε την περίοδο της Βενετοκρατίας από ένα βενετό αξιωματούχο, γράφει το χωριό ως Cacotopia και αναφέρει και πάλι ότι μαζί με τα χωριά Καλαβασό και Συριάτη ανήκαν στο ιδιοκτησιακό καθεστώς της ίδιας ευγενούς.
Οι κάτοικοι της Κατωκοπιάς ασχολούνταν κυρίως με την καλλιέργεια εσπεριδοειδών (πορτοκάλια, λεμόνια, κιτρόμηλα και γκρέιπφρουτ), λαχανικών (πεπονοειδή, ντομάτες, πατάτες και αγγούρια) και λίγα σιτηρά. Τα πορτοκάλια της Κατωκοπιάς όπως και της Κάτω Ζώδιας ήταν ξακουστά σε όλη την Κύπρο. Ασχολούνταν επίσης με την κτηνοτροφία και πριν την τουρκική εισβολή το 1973 στο χωριό εκτρέφονταν 615 πρόβατα, 351 κατσίκες κα 39 αγελάδες.
Οι κάτοικοι του χωριού το 1960 ανέρχονταν σε 1198 και το 1973 αυξήθηκαν στους 1578.
Αναφέρεται από τον R.Gunnis ότι η παλαιά εκκλησία του χωριού που είναι αφιερωμένη στην Παναγία Χρυσελεούσα 16ος αιώνας, ανακαινίστηκε το 1818, και μέσα στο ναό διασώζονταν τοιχογραφίες στα τέλη 16ου αι., όπως η Ανάσταση του Λαζάρου και τμήμα μεγάλης τοιχογραφίας που απεικονίζει τον αρχάγγελο Μιχαήλ, καθώς και μερικές που ο ίδιος θεωρεί ότι ήταν ζωγραφιές ξένων αγιογράφων. Οι κάτοικοι οικοδόμησαν νέο ναό προς τιμήν της Παναγίας Ελεούσας.
Στο χωριό λειτουργούσε Δημοτικό Σχολείο που σε αυτό φοιτούσαν κατά το σχολικό έτος 1973-74 190 μαθητές.
Από την περιοχή του χωριού περνούσε ο κυπριακός σιδηρόδρομος, που είχε εκεί σταθμό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε συνθήκες προσφυγιάς το αθλητικό σωματείο Δόξας Κατωκοπιάς όπως κι ο Διγενής Ακρίτας Μόρφου δηλώνουν την παρουσία τους στα πολιτιστικά και αθλητικά πράγματα του τόπου συμμετέχοντας στο κυπριακό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου.
Οι Τούρκοι μετονόμασαν την Κατωκοπιά το 1975 σε Zumruthkoy (σμαραγδένιο χωριό), μέσα στην προσπάθεια τους για αλλοίωση της ιστορίας και εξαφάνισης των ελληνικών ονομασιών.
*Χρησιμοποιήθηκαν εκτενή αποσπάσματα από τα λήμματα της Μεγάλης Κυπριακής Εγκυκλοπαίδειας 1981-1990, εκδόσεις Φιλόκυπρος, Λευκωσίας
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΙ ΕΠΙΤΡΟΠΟΙ ΚΑΤΩΚΟΠΙΑΣ:
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ,
ΜΑΡΙΑ ΤΤΟΠΟΥΖΗ,
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΡΓΥΡΟΥ,
ΜΑΡΙΑ Φ. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ,
ΦΩΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΑΣ,
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΙΔΗΣ
ΚΟΙΝΟΤΑΡΧΗΣ ΚΑΤΩΚΟΠΙΑΣ:
ΝΙΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ