Κατεχόμενο χωριό της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου στην πεδιάδα Μόρφου, 160 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Είναι κτισμένο στην ανατολική όχθη του ποταμού του Ακακίου, 4 χμ. στα ΒΑ. της Περιστερώνας και 3,4 χμ. στα ΒΔ. του Ακακίου.
Από γεωλογικής απόψεως κυριαρχούν οι άργιλλοι, οι άμμοι και τα χαλίκια των αποθέσεων της Ολόκαινης και της Πλειστόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στις αποθέσεις αυτές αναπτύχθηκαν ερυθρογαίες, ενώ κατά μήκος της κοίτης των ποταμών, βρίσκονται αλλουβιακά εδάφη.
Το χωριό βρίσκεται κοντά στη συμβολή τριών ποταμών, του Μερικά ή Μέρικου στ' ανατολικά, του ποταμού του Ακακίου στο μέσο και του ποταμού της Περιστερώνας στα δυτικά. Και οι τρεις μαζί στα ΒΔ. της Αυλώνας δημιουργούν τον μεγάλο ποταμό Σερράχη, που αρδεύει την πεδιάδα Μόρφου και τελικά χύνεται στον κόλπο Μόρφου.
Το τοπίο του χωριού είναι καμπίσιο αν και παρατηρείται κλίση από τα ανατολικά στα δυτικά και από τα νότια στα βόρεια. Συγκεκριμένα το υψόμετρο πέφτει από τα 200 μ. μεταξύ Κοκκινοτριμιθιάς και Αυλώνας στα 140 μ. μεταξύ Αυλώνας και Κατωκοπιάς. Επίσης από τα 190 μ. μεταξύ Αυλώνας και Περιστερώνας πέφτει στα 150 μ. βόρεια του οικισμού της Αυλώνας.
Με μια μέση ετήσια βροχόπτωση γύρω στα 300 χιλιοστόμετρα καλλιεργούνταν πριν από την τουρκική εισβολή του 1974 κυρίως εσπεριδοειδή, λαχανικά, φρουτόδεντρα, σιτηρά, νομευτικά φυτά και ποικίλα άλλα προϊόντα. Πριν από την εισβολή στο χωριό εκτρέφονταν 979 πρόβατα και 314 κατσίκες.
Ο πληθυσμός του χωριού αυξανόταν συνεχώς από το 1881 μέχρι το 1973. Συγκεκριμένα από 160 κατοίκους το 1881 ο πληθυσμός αυξήθηκε στους 220 το 1911, στους 406 το 1946 και στους 684 το 1973.
Η Αυλώνα περιλαμβάνεται στον κατάλογο των λουζινιανο-βενετικών φεούδων του ντε Μας Λατρί με το όνομα Avelone. Σε βενετικούς χάρτες εμφανίζεται ως Avdona.
Ο Τζέφρυ αναφέρεται στην Αυλώνα ως ένα από τα κυριότερα κέντρα της Μεσαορίας κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους. Ίσως, κατά τον ίδιο συγγραφέα, η ονομασία να προέρχεται από το αλώνι. Ο Γκάννις μνημονεύει την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας, κτίσμα του 18ου αιώνα. Επίσης αναφέρεται στην ερειπωμένη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που ανοικοδομήθηκε το 1535.
* Χρησιμοποιήθηκαν εκτενή αποσπάσματα από τα λήμματα της Μεγάλης Κυπριακής Εγκυκλοπαίδειας 1981-1990, εκδόσεις Φιλόκυπρος, Λευκωσίας
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΙ ΑΥΛΩΝΑΣ:
ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΙΝΕΖΟΣ,
ΑΝΤΡΟΥΛΛΑ Α. ΧΡΙΣΤΟΦΗ,
ΠΑΝΙΚΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
ΚΟΙΝΟΤΑΡΧΗΣ ΑΥΛΩΝΑΣ:
ΠΕΤΡΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ |