Ρίζα κάθε καλοῦ ἔργου εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς ἀνάστασης, γιατί ἡ προσδοκία τῆς ἀπολαβῆς δυναμώνει τήν ψυχή, γιά νά ἐργάζεται τό ἀγαθό. ῾Ο κάθε ἐργάτης εἶναι ἕτοιμος νά ὑπομείνει κόπους καί μόχθους, ἄν προβλέπει ὅτι θά πάρει μισθό γιά τούς κόπους του. Οἱ ἐργάτες ὅμως πού κοπιάζουν χωρίς ἀμοιβή, πρίν ἀκόμα ἀποκάμουν σωματικά, λυγίζουν ψυχικά.
῾Ο στρατιώτης πού ἐλπίζει ὅτι θά ἀπολαύσει τιμές καί ἐπαίνους, εἶναι ἕτοιμος νά ριχτεῖ στίς μάχες. Κανένας ὅμως στρατευμένος κάτω ἀπό ἕνα βασιλιά —ὁ ὁποῖος δέν εἶναι σίγουρος γιά τή νίκη καί δέν μπορεῖ νά προβλέψει τό τέλος τοῦ πολέμου— δέν εἶναι ἕτοιμος νά θυσιάσει τή ζωή του, ἄν αὐτός ὁ βασιλιάς δέν ἐπιβραβεύει μέ πλούσιες ἀμοιβές τούς ἀγῶνες του. ῎Ετσι γίνεται καί μέ κάθε ψυχή. ῞Οταν αὐτή πιστεύει στήν ἀνάσταση, εἶναι φυσικό νά προσέχει τόν ἑαυτό της. ῎Αν ὅμως δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στή φθορά καί τήν καταστροφή. ῞Οποιος πιστεύει ὅτι τό σῶμα του θά ἀναστηθεῖ, φροντίζει νά τό διατηρεῖ καθάριο καί ἀμόλυντο καί σάν στολή τῆς ψυχῆς του, δέν τό μολύνει μέ πορνεῖες. ᾿Εκεῖνος ὅμως πού δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στίς πορνεῖες καί τό φθείρει μέ διάφορες καταχρήσεις, λές καί ἀνήκει σέ κάποιον ἄλλον.
Εἶναι λοιπόν πολύ σπουδαῖο παράγγελμα καί τρισμέγιστη διδασκαλία τῆς ῾Αγίας Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ πίστη στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μάλιστα, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί ἀσύγκριτα ἀναγκαῖο καί, μολονότι πολλοί ἔχουν ἀντιρρήσεις πάνω σ᾿ αὐτό, ἡ ἀλήθεια τό ἐπιβεβαιώνει. ᾿Αντιλέγουν σ᾿ αὐτό οἱ εἰδωλολάτρες ῞Ελληνες. Δέν τό πιστεύουν οἱ Σαμαρεῖτες. Τό περιγελοῦν οἱ αἱρετικοί. Πολλῶν εἰδῶν ἀντιρρήσεις ἀκούγονται, ἀλλά μιά καί μοναδική εἶναι ἡ ἀλήθεια.
Σαμαρεῖτες λοιπόν καί ῞Ελληνες εἰδωλολάτρες, μᾶς παρουσιάζουν κάποια ἐπιχειρήματα σάν αὐτά. Τό νεκρό ἄνθρωπο τόν ρίχνουν στό χῶμα καί ἐκεῖ σαπίζει καί τόν τρῶνε τά σκουλήκια, πού καί αὐτά μετά ψοφοῦν. Σέ τέτοια σαπίλα καί διάλυση καταλήγει τό σῶμα. Πῶς λοιπόν θ᾿ ἀναστηθεῖ; Ψάρια καταβρόχθισαν ὅσους ναυάγησαν στίς θάλασσες. Κι αὐτά τά ψάρια μετά τά ἔφαγαν ἄλλα μεγαλύτερα. ῞Οσοι πάλι πάλεψαν μέ θηρία τούς ἔφαγαν ἀρκοῦδες καί λιοντάρια, μέχρι καί τό μικρότερο κοκκαλάκι τους. Γύπες καί κοράκια ἔφαγαν τίς σάρκες τῶν ἄταφων νεκρῶν καί μετά αὐτά πέταξαν σέ διάφορες κατευθύνσεις καί ταξίδεψαν σ᾿ ὅλο τόν κόσμο. Ποῦ λοιπόν θά βρεθοῦν ὅλα τά κομμάτια καί πῶς θά συγκροτηθεῖ πάλι τό σῶμα; ᾿Ενδέχεται ἀπό τά ὄρνια πού ἔφαγαν αὐτά τά σώματα, ἄλλο νά ψοφήσει στήν ᾿Ινδία, ἄλλο στήν Περσία καί ἄλλο στή Γοτθία. ῎Αλλα μπορεῖ νά τά κάψει ἡ φωτιά καί ὁ ἄνεμος καί ἡ βροχή νά σκορπίσει ἀκόμα καί τή στάχτη τοῦ σώματός τους. ᾿Από ποῦ καί πῶς θά συναρμολογηθοῦν τά στοιχεῖα καί θά ἀνασυγκροτηθοῦν αὐτά τά σώματα πού ἔφαγαν ἐκεῖνα τά ὄρνια;
Γιά σένα, πού σάν ἄνθρωπος εἶσαι τόσο μικρός καί ἀδύναμος, ἀπέχει πολύ ἡ χώρα τῶν Γότθων ἀπό τίς ᾿Ινδίες καί ἡ ῾Ισπανία ἀπό τήν Περσία. Γιά τόν Θεό ὅμως πού κρατάει στή χούφτα Του ὁλόκληρη τή γῆ, ὅλα εἶναι κοντινά. Δέν πρέπει λοιπόν νά ἀποδίδεις στόν Θεό ἀδυναμίες ὅμοιες μέ τίς δικές σου. Δῶσε καλύτερα τήν προσοχή σου στή δύναμη ᾿Εκείνου. ῎Επειτα, ὁ ἥλιος, πού εἶναι ἕνα ἐλάχιστο ἔργο τοῦ Θεοῦ, μέ τίς ἀκτῖνες του θερμαίνει ὁλόκληρο τόν κόσμο. Καί ἀκόμα ὁ ἀέρας, πού κι αὐτόν τόν ἔφτιαξε ὁ Θεός, περιβάλλει ὅ,τι βρίσκεται σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Καί ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός καί τοῦ ἥλιου καί τοῦ ἀέρα, ἄραγε στέκει μακριά ἀπό τόν κόσμο; Φαντάσου πώς ἔχουν ἀναμιχθεῖ διάφοροι σπόροι —διότι ἀφοῦ φαίνεσαι ἀσθενικός στήν πίστη ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρω παραδείγματα πού ἀναφέρονται σέ μικροπράγματα— καί ὅτι αὐτοί οἱ διάφοροι σπόροι περιέχονται μέσα στή μία παλάμη σου. Εἶναι δύσκολο σέ σένα τόν ἄνθρωπο ἤ πολύ εὔκολο, νά ἐντοπίσεις καί νά ξεχωρίσεις κάθε σπόρο ἀπ᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στή χούφτα σου, σύμφωνα μέ τήν ἰδιαιτερότητά του καί τό εἶδος του, ὥστε νά τούς βάλεις μαζί ὅμοιους μέ ὅμοιους, νά τούς ταξινομήσεις κατά γένος καί εἶδος; ῎Επειτα, ἐσύ μπορεῖς νά διακρίνεις ὅ,τι βρίσκεται μέσα στή χούφτα σου, ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά διακρίνει καί νά ἀποκαταστήσει ὅσα βρίσκονται στήν δική Του παλάμη; Βάλε καλά στό νοῦ σου αὐτό πού σοῦ λέω, ἐάν βέβαια ἡ δυσκολία σου νά τό πιστέψεις δέν προέρχεται ἀπό λογική ἀδυναμία, ἀλλά ἀπό κακή γνώμη γιά τόν Θεό καί ἀπό ἀνευλαβή προδιάθεση ἐναντίον Του.
Κάνε μου τή χάρη νά προσέξεις στό θέμα τῆς δικαιοσύνης καί μάλιστα σκέψου καλά τί συμβαίνει σέ σένα τόν ἴδιο σχετικά μ᾿ αὐτό τό ζήτημα. ῎Ας ὑποθέσουμε ὅτι ἔχεις ὑπηρέτες. Κι ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτούς εἶναι καλοί, ἄλλοι ὅμως κακοί. Εἶναι ἑπόμενο νά τιμᾶς τούς καλούς καί νά τιμωρεῖς τούς κακούς. Καί στήν περίπτωση πού εἶσαι δικαστής ἐπαινεῖς τούς ἀγαθούς καί τιμωρεῖς τούς παράνομους. ᾿Εσύ λοιπόν πού εἶσαι ἄνθρωπος θνητός κρατᾶς τή δικαιοσύνη καί ὁ Θεός, πού εἶναι αἰώνιος καί Μόνος Βασιλιάς ὁλόκληρου τοῦ κόσμου, δέν θά κρίνει δίκαια καί δέν θά ἀνταποδώσει, κατά τά ἔργα τοῦ καθενός, μέ δικαιοσύνη; ῎Αν αὐτό ὅμως τό ἀρνηθεῖς, θά πέσεις σέ ἀσέβεια. Γι᾿ αὐτό, πρόσεξε πολύ σ᾿ αὐτά πού σοῦ λέω. Πολλοί φονιάδες πέθαναν ἀπό φυσικό θάνατο στό κρεβάτι τους, χωρίς νά τιμωρηθοῦν γιά τά ἐγκλήματά τους. Ποῦ λοιπόν βρίσκεται ἐδῶ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ; Πολλές φορές μάλιστα, κάποιος πού φόνευσε πενήντα ἀνθρώπους, ἀποκεφαλίζεται μιά φορά. Ποῦ λοιπόν θά λάβει τήν τιμωρία, γιά τούς ἄλλους σαράντα ἐννέα φόνους; ῎Αν λοιπόν πεῖς δέν ὑπάρχει στήν ἄλλη ζωή κρίση καί ἀνταπόδοση, κατηγορεῖς γιά ἄδικο τόν Θεό. Μή σοῦ κάνει ὅμως ἐντύπωση τό ὅτι ἡ κρίση ἀφήνεται γιά τήν ἄλλη ζωή. Καθένας πού ἀγωνίζεται, μετά τό τέλος τῶν ἀγώνων ἤ στεφανώνεται ἤ καταντροπιάζεται. Σέ καμιά περίπτωση ὁ ἀγωνοθέτης δέν στεφανώνει τούς ἀγωνιστές, ἐνόσω ἀκόμα διαρκοῦν οἱ ἀγῶνες. ᾿Αλλά περιμένει νά τερματίσουν τόν ἀγώνα ὅλοι οἱ ἀγωνιστές καί μετά τούς ξεχωρίζει καί δίνει στούς νικητές τά βραβεῖα καί τούς στεφάνους. ῎Ετσι καί ὁ Θεός. ᾿Ενῶ ἀκόμα διαρκεῖ ὁ ἀγώνας αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς, βοηθάει λίγο τούς δίκαιους, ἀλλά ὅ,τι τούς ἀξίζει σάν μισθός καί βραβεῖο γιά τούς ἀγῶνες τους, τούς τό ἀποδίδει μετά, στή μέλλουσα ζωή, τέλειο καί ὁλοκληρωμένο.
Αν λοιπόν, σύμφωνα μ᾿ αὐτά πού ἐσύ λές, δέν ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, γιατί καταδικάζεις αὐτούς πού ἀνοίγουν καί κλέβουν τούς τάφους; ῎Αν τό σῶμα χάθηκε μιά γιά πάντα καί δέν ὑπάρχει ἐλπίδα ἀνάστασης, γιατί τιμωρεῖται ὁ κλέφτης τῶν τάφων;6 Βλέπεις λοιπόν ὅτι παρόλο πού μέ τά χείλη ἀρνεῖσαι τήν ἀνάσταση, ἡ καρδιά σου ὅμως πιστεύει ἀκράδαντα σ᾿ αὐτήν;
Θά μπορούσαμε ἐξάλλου νά σκεφθοῦμε καί κάπως ἔτσι: ῞Οταν ἕνα δέντρο κόβεται —ἀκόμα καί σύγκορμα— βγάζει νέους βλαστούς, φύλλα καί ἄνθη. Καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ἀνακόπτεται μέ τό θάνατο δέν μπορεῖ νά ξαναζήσει; Κι ἀκόμα, τά σπαρτά ὅταν θερίζονται μένουν στ᾿ ἁλώνι. Καί ὁ ἄνθρωπος πού θερίστηκε ἀπ᾿ αὐτή τή ζωή, δέν θά μείνει στ᾿ ἁλώνι; Οἱ ἀμπελόβεργες καί ἄλλων ἀκόμα δέντρων τά κλαδιά, ὅταν κοποῦν ἐντελῶς ἀπό τόν κορμό τοῦ δέντρου καί μεταφυτευθοῦν παίρνουν ζωή, μεγαλώνουν καί κάνουν καρπούς. Καί ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο ὅλα αὐτά δημιουργήθηκαν, ἄν θαφτεῖ στή γῆ, δέν θά ἀναστηθεῖ; ᾿Από πλευρᾶς κόπου καί δουλειᾶς, τί εἶναι δυσχερέστερο; Νά φτιάξει κανείς ἕναν ἀνδριάντα ἐξαρχῆς ἤ νά ξαναχύσει καί νά ἀναπλάσει στό ἴδιο σχῆμα κάποιον πού ἔπεσε; ῾Ο Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τό μηδέν, δέν μπορεῖ ἄραγε νά ἀναπλάσει αὐτούς πού κάποτε ὑπῆρξαν στή ζωή καί ἔπεσαν στή φθορά τοῦ θανάτου; ᾿Επειδή ὅμως εἶσαι εἰδωλολάτρης, δέν πιστεύεις σ᾿ ὅ,τι εἶναι γραμμένο γιά τήν ἀνάσταση. Κύτταξε τά πράγματα καί μελετώντας τή φύση τους ἐννόησε τά λόγια μου, ἀπ᾿ ὅσα μέχρι σήμερα παρατηρεῖς. Σπέρνεται γιά παράδειγμα σιτάρι ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο σπορικό. Καί μετά τή σπορά σαπίζει, σάν νά πεθαίνει, καί δέν μπορεῖ πλέον νά χρησιμεύσει ὡς τροφή. ᾿Εκεῖνος ὅμως ὁ σάπιος σπόρος φυτρώνει καταπράσινος. Καί ἐνῶ ὅταν σπάρθηκε ἦταν μικρός, τώρα πού φύτρωσε εἶναι βλαστάρι ὁλόδροσο. Τό σιτάρι δημιουργήθηκε γιά μᾶς. Γιατί, γιά τή δική μας χρήση δημιούργησε ὁ Θεός καί τό σιτάρι καί κάθε παρόμοιο καρπό καί δέν τά ἔκανε μόνο καί μόνο γιά νά ὑπάρχουν χάρη τοῦ ἑαυτοῦ τους. ῎Αν λοιπόν, ὅσα δημιουργήθηκαν γιά μᾶς, μετά τό σάπισμά τους παίρνουν πάλι ζωή, ἐμεῖς, γιά τούς ὁποίους ἐκεῖνα δημιουργήθηκαν, ἄν πεθάνουμε, δέν θά ἀναστηθοῦμε;
῞Οπως βλέπεις, εἶναι χειμωνιάτικος ὁ καιρός. Τώρα τά δέντρα στέκονται σάν νεκρά. Ποῦ εἶναι τώρα τά φύλλα τῆς συκιᾶς; Ποῦ εἶναι τά ἀμπελοστάφυλλα; ᾿Αλλά αὐτά τό χειμώνα εἶναι νεκρά, τήν ἄνοιξη ἔχουν βλαστάρια κι ὅταν ἔρθει ὁ κατάλληλος καιρός, τότε ξαναζωοποιοῦνται, σάν νά σηκώνονται νεκροί ἀπό τούς τάφους. ᾿Επειδή λοιπόν ὁ Θεός γνωρίζει τήν ἀπιστία σου, κάθε χρόνο ἀναπαρασταίνει μ᾿ αὐτά τά ὁρατά πράγματα, τήν ἀνάσταση. ῞Ωστε βλέποντας ἐσύ αὐτά πού συμβαίνουν στά ἄψυχα πράγματα, νά πιστέψεις ὅτι τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τά ἔμψυχα καί λογικά δημιουργήματά Του. Κι ἀκόμα, οἱ μύγες καί οἱ μέλισσες πέφτουν πολλές φορές στό νερό καί πνίγονται καί μετά ἀπό λίγο ξαναζωντανεύουν. ῾Υπάρχουν καί μερικά εἴδη μικρῶν ζώων, τρωκτικῶν, πού λέγονται Μυοξοί καί πέφτουν σέ χειμερία νάρκη ὅλο τό χειμώνα καί μόλις ἔρθει τό καλοκαίρι ξανακινοῦνται καί ξαναζοῦν —βλέπεις ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρνω παραδείγματα ἀνάλογα μέ τά δικά σου μέτρα, γιά νά σέ βοηθήσω νά σκεφθεῖς. ᾿Εκεῖνος πού δίνει τή ζωή στά ἄλογα καί σχεδόν νεκρά ζῶα, Αὐτός δέν ἔχει τή δύναμη νά χαρίσει τή ζωή, κάνοντας ὑπέρβαση στούς νόμους τῆς φύσεως, γιά χάρη μας, ἀφοῦ γιά μᾶς τά δημιούργησε ὅλα αὐτά;
Αλλά οἱ ῞Ελληνες καί οἱ ἑλληνίζοντες στή νοοτροπία, ζητοῦν νά τούς φέρουμε παραδείγματα μέ τά ὁποῖα ἡ ἀνάσταση νά γίνεται ἀναμφισβήτητα φανερή. Καί ἰσχυρίζονται ὅτι αὐτά πού μέχρι τώρα ἀνέφερα, καί ἄν ἀκόμα φαίνεται ὅτι ἀναζωογονοῦνται, δέν ἔχουν ὅμως παντελῶς σαπίσει καί ζητοῦν νά δοῦν ἕνα ζωντανό πλάσμα πού σάπισε ἐντελῶς κι ἔπειτα ἀναστήθηκε. Γνώριζε ὁ Θεός τήν ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων καί γι᾿ αὐτό ἔπλασε ἕνα πουλί πού ὀνομάζεται Φοίνικας. Αὐτό, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Κλήμης καί ὅπως καί ἄλλοι πολλοί ἱστορικοί μᾶς μαρτυροῦν, στό εἶδος του δέν ἔχει ἄτομα θηλυκοῦ καί ἀρσενικοῦ γένους καί κατά συνέπεια δέν μπορεῖ νά πολλαπλασιασθεῖ ὅπως ὅλα τά ἄλλα πτηνά. Βρίσκεται στή χώρα τῶν Αἰγυπτίων καί κάθε πεντακόσια χρόνια ἔρχεται νά φανερώσει τήν ἀνάσταση ἀπό τήν πλήρη φθορά. Καί μάλιστα αὐτό δέν τό κάνει στήν ἔρημο, ἀλλά ἔρχεται σέ χώρα ἐμφανή, μέσα στήν πόλη, ὥστε νά μή χάσουν οἱ ἄνθρωποι τή δυνατότητα νά παρακολουθήσουν τό μυστήριο τῆς ἀνάστασής του, ἀλλά νά γίνει γι᾿ αὐτούς χειροπιαστό ἐκεῖνο πού ἀμφισβητοῦν. Αὐτό λοιπόν τό πουλί φτιάχνει μονάχο του μιά φωλιά πού εἶναι καί ὁ τάφος του, χρησιμοποιώντας σάν δομικά ὑλικά, τό λιβάνι, τή σμύρνα κι ἄλλα ἀρώματα. Καί ὅταν συμπληρώσει τά χρόνια του, μπαίνει μέσα στόν τάφο καί πεθαίνει ἀληθινά καί σαπίζει. Στή συνέχεια, μέσα ἀπό τίς σαπισμένες σάρκες τοῦ νεκροῦ πουλιοῦ γεννιέται ἕνα σκουλήκι καί αὐτό μεγαλώνοντας ἐξελίσσεται σέ πουλί. Μή σοῦ φανεῖ αὐτό ἀπίστευτο, διότι, ὅπως βλέπεις, ἔτσι ἀπό σκουλήκια καί τά μικρά μελισσάκια ἔγιναν ἔντομα. Καί ἀπό τά αὐγά τῶν πουλιῶν, τά ὁποῖα δέν περιέχουν παρά μόνο ρευστή οὐσία, βλέπεις νά βγαίνουν τά φτερά, τά ὀστᾶ καί τά νεῦρα τῶν πουλιῶν. Μετά, ἀφοῦ βγάλει φτερά ὁ Φοίνικας πού ἀναφέραμε παραπάνω καί γίνει τέλειο πουλί, ὅπως τό προηγούμενο, πετάει ψηλά στόν αἰθέρα ὁλόιδιος μ᾿ ἐκεῖνον πού εἶχε πεθάνει, δείχνοντας ἔτσι στούς ἀνθρώπους, πολύ ξεκάθαρα, τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Εἶναι ἀξιοθαύμαστο πουλί ὁ Φοίνικας. ᾿Αλλά εἶναι πουλί, χωρίς λογικό καί οὐδέποτε ὕμνησε τόν Θεό. Πετάει στούς αἰθέρες, ἀλλά δέν γνωρίζει τόν Μονογενή Υἱό τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζοντας λοιπόν τό παράδειγμα αὐτό, μπορεῖς νά ἰσχυρισθεῖς ὅτι ὁ Θεός ἔχει δωρήσει τήν ἀνάσταση σ᾿ ἕνα ἄλογο ζῶο πού δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά γνωρίζει τό δημιουργό του, καί δέν δίνει σέ μᾶς τήν ἀνάσταση, πού καί τόν Θεό δοξολογοῦμε καί τίς ἐντολές Του ἐφαρμόζουμε;
Αλλά ἐπειδή ὁ Φοίνικας εἶναι μακριά μας καί ἀκόμα εἶναι σπάνιο τοῦτο τό ἀποδεικτικό σημάδι τῆς ἀνάστασης καί μερικοί δέν πείστηκαν, πάρε, σέ παρακαλῶ καί μιά ἄλλη ἀπόδειξη ἀπ᾿ ὅσα συμβαίνουν καθημερινά. Ποῦ ἤμαστε πρίν ἀπό ἑκατό ἤ διακόσια χρόνια ὅλοι ἐμεῖς, ἐγώ πού σᾶς μιλάω κι ἐσεῖς πού μέ ἀκοῦτε; ῎Αραγε δέν γνωρίζουμε πῶς ἤρθαμε σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή; Δέν γνωρίζεις ὅτι γεννιόμαστε ἀπό ἀσθενικά, ἄμορφα καί ἁπλά πράγματα; Κι ἀπό αὐτό τό ἁπλό καί ἀσθενικό πράγμα παίρνει μορφή καί ζωή ὁ ἄνθρωπος. Καί τό ἀσθενικό ντύνεται σάρκα καί δυναμώνουνε τά νεῦρα του. Καί παίρνουν λαμπρότητα τά μάτια του, ἡ μύτη του ἀποκτάει τήν αἴσθηση τῆς ὄσφρησης, τ᾿ αὐτιά του τήν ἀκοή, ἡ γλώσσα του τή λαλιά καί ἡ καρδιά του παλμό. Τά χέρια του γίνονται ἱκανά γιά ἐργασία, τά πόδια του δυνατά γιά νά περπατοῦν καί κάθε μέλος τοῦ σώματος ἀναπτύσσεται, ὥστε νά ἐπιτελεῖ τή λειτουργικότητά του. Κι ἐκεῖνο τό πρίν ἀσθενικό πράγμα γίνεται τώρα ναυπηγός, οἰκοδόμος, ἀρχιτέκτονας καί πάσης εἰδικότητας ἐργάτης. Γίνεται στρατιώτης, ἄρχοντας, νομοθέτης καί βασιλιάς. ῾Ο Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τόσο ἁπλά καί εὐτελή στοιχεῖα, δέν εἶναι ἄραγε ἱκανός καί νά μᾶς ἀναστήσει ἀπό τήν κατάσταση τῶν νεκρῶν; ᾿Εκεῖνος πού κάνει σῶμα ἀνθρώπινο αὐτό τό ἐξαρχῆς ἁπλό καί εὐτελές πράγμα, δέν μπορεῖ καί νά ἀναστήσει τό νεκρό σῶμα; ᾿Εκεῖνος πού ἀπό τήν ἀνυπαρξία ἔπλασε τήν ὕπαρξη, δέν μπορεῖ καί πεθαμένη νά τήν ἀναστήσει;
Πάρε, σέ παρακαλῶ, καί μιά ἄλλη ὁλοφάνερη ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως πού παρατηρεῖται κάθε μήνα στ᾿ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ. Τό σῶμα δηλαδή τῆς σελήνης χάνεται ἐντελῶς, ὥστε νά μή φαίνεται καί τό ἐλάχιστο μέρος του. Καί πάλι ἀρχίζει σιγά-σιγά νά ἐμφανίζεται στό στερέωμα καί φτάνει νά ἐπανέλθει ἐντελῶς στήν προηγούμενη μορφή καί κατάστασή του. Γιά νά γίνει δέ τό πράγμα καλύτερα ἀντιληπτό, κατά χρονικά διαστήματα, χάνεται ἡ σελήνη καί τή βλέπουμε νά γίνεται σάν αἷμα. Κι ἔπειτα ξαπαπαίρνει τή φωτεινή μορφή της. Αὐτό τό δημιούργησε ὁ Θεός, ὥστε κι ἐσύ ὁ ἄνθρωπος πού ἔχεις αἷμα, νά μή δείξεις ἀπιστία γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. ᾿Αλλά, βλέποντας αὐτό πού συμβαίνει στή σελήνη, νά πιστέψεις ὅτι αὐτό θά γίνει καί μέ σένα. Αὐτά τά ἐπιχειρήματα νά χρησιμοποιεῖς, ὅταν βρίσκεσαι ἀντιμέτωπος μέ τούς εἰδωλολάτρες. Σ᾿ ἐκείνους πού δέν παραδέχονται τίς Γραφές, νά ἀντιμάχεσαι μέ ὅπλα πού δέν εἶναι παρμένα ἀπ᾿ αὐτές, ἀλλά εἶναι φτιαγμένα ἀπό συλλογισμούς καί ἀποδείξεις. Γιατί βέβαια, αὐτοί δέν ξέρουν οὔτε ποιός εἶναι ὁ Μωυσῆς, οὔτε ποιός εἶναι ὁ ῾Ησαΐας, οὔτε ποιά εἶναι τά Εὐαγγέλια, οὔτε ποιός εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
῎Ας πᾶμε τώρα στούς Σαμαρεῖτες, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ δέχονται τό Νόμο, ὅμως δέν δέχονται καθόλου τούς Προφῆτες καί φυσικά δέν τούς λέει τίποτα αὐτό τό ἀνάγνωσμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ προφήτη ᾿Ιεζεκιήλ. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, δέν παραδέχονται τούς Προφῆτες. Πῶς λοιπόν θά πείσουμε τούς Σαμαρεῖτες; ῎Ας ἔλθουμε σέ ὅσα γράφονται μέσα στό Νόμο. Λέει λοιπόν, ὁ Θεός στό Μωυσῆ• «᾿Εγώ εἶμαι ὁ Θεός τοῦ ᾿Αβραάμ καί τοῦ ᾿Ισαάκ καί τοῦ ᾿Ιακώβ» (πρβλ. ῎Εξ. 3, 6). ῾Οπωσδήποτε εἶναι Θεός αὐτῶν πού ζοῦν καί ὑπάρχουν. Γιατί ἄν ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ισαάκ καί ὁ ᾿Ιακώβ μέ τό θάνατό τους ἔγιναν ἀνύπαρκτοι, τότε ὁ Θεός εἶναι Θεός ἐκείνων πού δέν ὑπάρχουν. Πότε ἀκούστηκε ἕνας βασιλιάς νά πεῖ ὅτι ἐγώ εἶμαι βασιλιάς καί εἶμαι ἀρχιστράτηγος ἑνός στρατεύματος ἀνύπαρκτου; Πότε ἀκούστηκε νά κάνει κανείς ἐπίδειξη ἀνύπαρκτου πλούτου; Πρέπει λοιπόν νά ὑπάρχει ἀκόμα ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ισαάκ καί ὁ ᾿Ιακώβ, γιά νά εἶναι ὁ Θεός, Θεός ζώντων. Γιατί δέν εἶπε ‘ἤμουνα Θεός τους’, ἀλλά εἶπε «εἶμαι Θεός τους» (πρβλ. ῎Εξ. 3, 6). Καί ὅτι ὑπάρχει μέλλουσα Κρίση, τό ἀποδεικνύει αὐτό πού εἶπε ὁ ᾿Αβραάμ πρός τόν Κύριο• «᾿Εκεῖνος πού κρίνει ὅλη τή γῆ, δέν θά κάνει Κρίση;» (Γέν. 18, 25).
Αλλά καί σ᾿ αὐτό πάλι ἔχουν ἀντιρρήσεις οἱ ἀνόητοι Σαμαρεῖτες καί λένε ὅτι ἐνδέχεται νά παραμένουν στήν ὕπαρξη οἱ ψυχές τοῦ ᾿Αβραάμ, τοῦ ᾿Ισαάκ καί τοῦ ᾿Ιακώβ. Τά σώματά τους ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναστηθοῦν. Τό ραβδί τοῦ Μωυσῆ τοῦ δίκαιου μπόρεσε κι ἔγινε δράκοντας (πρβλ. ῎Εξ. 4, 3) καί τά σώματα τῶν δίκαιων δέν μποροῦν νά ἀναστηθοῦν καί νά ζήσουν; ῎Εγινε ἐκεῖνο πού ἦταν «παρά φύσιν» καί δέν μπορεῖ νά ἀποκατασταθεῖ αὐτό πού εἶναι «κατά φύσιν»; Καί τό ραβδί τοῦ ᾿Ααρών, πού ἦταν κλαδί κομμένο καί ξερό, χωρίς σταγόνα νερό πέταξε βλαστάρια (πρβλ. ᾿Αριθμ. 17, 23). Καί αὐτό ἔγινε χωρίς νά τό δεῖ ὁ ἥλιος, βλάστησε ἀκριβῶς ὅπως βλασταίνουν τά διάφορα φυτά καί δέντρα στούς ἀγρούς. Καί ἐνῶ βρισκόταν κατάξερο, μέσα σέ μιά νύχτα ἀναπτύχθηκε καί καρποφόρησε τόσο, ὅσο τά συνήθη φυτά πού ποτίζονται συνέχεια στή διάρκεια πολλῶν ἐτῶν. Τό ραβδί τοῦ ᾿Ααρών, σάν νά ἦταν νεκρωμένο ἀναστήθηκε, καί δέν θά ἀναστηθεῖ ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ααρών; ῾Ο Θεός πού θαυματούργησε, ἀνασταίνοντας τό ξύλο, γιά νά διατηρήσει τήν ἀρχιεροσύνη τοῦ ᾿Ααρών, δέν θά χαρίσει τήν ἀνάσταση στόν ἴδιο τόν ᾿Ααρών; ῾Η γυναίκα τοῦ Λώτ μεταβλήθηκε σέ ἁλάτι κι ἄλλαξε ἡ φύση της (πρβλ. Γέν. 19, 26). ῾Η σάρκα ἄλλαξε καί ἔγινε ἁλάτι καί δέν μπορεῖ ἡ σάρκα ν᾿ ἀναστηθεῖ καί νά ξαναγίνει σάρκα, νά πάρει τήν πρώτη φύση της; ῾Η γυναίκα τοῦ Λώτ, ἔγινε ἁλάτινη στήλη καί δέν μπορεῖ ν᾿ ἀναστηθεῖ ἡ γυναίκα τοῦ ᾿Αβραάμ; Μέ ποιά δύναμη μεταβλήθηκε τό χέρι τοῦ Μωυσῆ, πού γιά μιά ὥρα ἔγινε σάν χιόνι καί πάλι ἀποκαταστάθηκε στήν πρώτη του μορφή; (Πρβλ. ῎Εξ. 4, 6-7). ῾Οπωσδήποτε μέ τοῦ Θεοῦ τό πρόσταγμα. Τότε λοιπόν τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ εἶχε αὐτή τή δύναμη καί τώρα δέν τήν ἔχει;
Καί ρωτῶ ἐσᾶς τούς Σαμαρεῖτες, πού σκέπτεσθε σάν νά εἶσθε οἱ πιό ἀνόητοι ἀπό ὅλους τούς ἀνόητους ἀνθρώπους τῆς οἰκουμένης• Ποιός πρῶτος καί μέ ποιό τρόπο δημιούργησε τόν ἄνθρωπο ἀπό τό μηδέν; ᾿Ελᾶτε στή Γένεση, στό πρῶτο βιβλίο τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, πού καί ἐσεῖς παραδεχόσαστε• «Καί ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, παίρνοντας χῶμα ἀπό τή γῆ» (Γέν. 2, 7). Τό χῶμα γίνεται σάρκα καί ἡ σάρκα δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει σάρκα; Σᾶς ρωτῶ πάλι: ᾿Από ποῦ προῆλθαν οἱ οὐρανοί, ἡ γῆ καί ἡ θάλασσα; ᾿Από ποῦ δημιουργήθηκαν ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καί τ᾿ ἀστέρια; Πῶς γεννήθηκαν ἀπό τά νερά τά πουλιά καί τά ψάρια; Καί πῶς ὅλα τά ζῶα πλάστηκαν ἀπό τή γῆ; Τόσες μυριάδες πλάσματα ἦρθαν ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη. Κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, πού εἴμαστε πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα» Θεοῦ, δέν θά ἀναστηθοῦμε; Πραγματικά, εἶναι γεμάτη ἀπιστία αὐτή ἡ σκέψη καί πολύ ἀξιοκατάκριτοι εἶναι ὅσοι δείχνουν ἀπιστία. ῾Ο ᾿Αβραάμ λέει πρός τόν Κύριο: «᾿Εσύ πού κρίνεις ὅλη τή γῆ» (Γέν. 18, 25) καί δέν Τόν πιστεύουν ὅσοι μελετοῦν τό Νόμο. Καί ἐνῶ εἶναι γραμμένο ὅτι «ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς» (πρβλ. Γέν. 3, 19), αὐτοί πού διαβάζουν τό Νόμο θεωροῦν τόν Θεό ἀνίσχυρο νά ἀναστήσει τούς νεκρούς.
Αὐτά λοιπόν τά ἐπιχειρήματα εἶναι γιά ὅσους δέν πιστεύουν στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιά μᾶς ὅμως πού πιστεύουμε, εἶναι σκόπιμο νά γνωρίζουμε ὅσα ἀναφέρουν οἱ Προφῆτες. ᾿Επειδή ὅμως καί μερικοί πού μελετοῦν τούς Προφῆτες δέν πιστεύουν σ᾿ ὅσα ἐκεῖ βρίσκουν γραμμένα καί παίρνουν σάν ἐπιχείρημα καί μᾶς λένε ἐκεῖνο τό «δέν θά ἀναστηθοῦν οἱ ἀσεβεῖς στή μέλλουσα Κρίση» (Ψαλμ. 1, 5) καί τό «ἄν κατεβεῖ ὁ ἄνθρωπος στόν ῞Αδη, δέν πρόκειται πιά νά ξανανεβεῖ» (᾿Ιώβ 7, 9) καί ἀκόμα τό «δέν θά Σέ ὑμνήσουν οἱ νεκροί, Κύριε» (Ψαλμ. 113, 25) —γιατί χρησιμοποιοῦν λανθασμένα, ὅσα εἶναι γραμμένα σωστά8— εἶναι καλό τώρα νά τούς ἀπαντήσουμε, μέ λίγα λόγια, ὅσο ἐπιτρέπουν οἱ δυνάμεις μας καί οἱ συνθῆκες τῆς σημερινῆς Κατήχησης. ῞Οταν λέει ὁ Ψαλμωδός ὅτι οἱ ἀσεβεῖς δέν θά ἀναστηθοῦν γιά νά κριθοῦν, ἐννοεῖ, ὄχι πώς καθόλου δέν θά κριθοῦν, ἀλλά ὅτι θά κατακριθοῦν. Γιατί δέν χρειάζεται νά τούς πολυεξετάσει ὁ Θεός γιά τίς πράξεις τους. ᾿Αντίθετα, μόλις οἱ ἀσεβεῖς ἀναστηθοῦν, ταυτόχρονα καί θά καταδικαστοῦν. Αὐτό πού λέει ὁ Ψαλμωδός ὅτι «δέν θά Σέ ὑμνήσουν Κύριε, οἱ νεκροί», σημαίνει ὅτι μόνο σ᾿ αὐτή τή ζωή ὑπάρχει ἡ δυνατότητα γιά μετάνοια καί ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας, ὅσοι χαίρονται καί ἀπολαμβάνουν αὐτά τά ἀγαθά, μποροῦν νά ὑμνοῦν τόν Θεό. Γιατί δέν θά μποροῦν νά ὑμνοῦν τόν Θεό, μετά τό θάνατό τους, σάν εὐεργετημένοι, ὅσοι πέθαναν μέσα στίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά αὐτοί θά θρηνοῦν καί θά ὀδύρονται. Γιατί ὁ αἶνος βγαίνει αὐθόρμητα ἀπό τίς ψυχές αὐτῶν πού ζοῦν μέ αἰσθήματα καί βιώματα εὐχαριστίας, ἐνῶ ὁ ὀδυρμός πηγάζει ἀπό τίς ψυχές ἐκείνων πού τιμωροῦνται. Τότε λοιπόν οἱ δίκαιοι θά ὑμνοῦν, ἐνῶ ὅσοι θά πεθάνουν ἀμετανόητοι γιά τίς ἁμαρτίες τους, δέν θά ἔχουν πλέον εὐκαιρίες γιά μετάνοια καί ἐξομολόγηση.
Οσο γι᾿αὐτό τό «ἄν κατεβεῖ ἕνας ἄνθρωπος στόν ῞Αδη, δέν θά ξανανεβεῖ» (᾿Ιώβ 7, 9), κοίταξε τά παρακάτω. Εἶναι γραμμένο στόν ἑπόμενο ἀκριβῶς στίχο πώς, «ὅποιος κατεβεῖ στόν ῞Αδη, δέν μπορεῖ πιά ν᾿ ἀνεβεῖ καί νά γυρίσει στό σπίτι του». ᾿Αφοῦ θά γίνει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου καί ὅλα τά σπίτια θά καταστραφοῦν, πῶς θά ξαναγυρίσει στό σπίτι του κανείς, ἀφοῦ ὅλη ἡ γῆ θά μεταβληθεῖ, θά δημιουργηθεῖ ἐκ νέου; ῎Επρεπε ὅσοι τά λένε αὐτά ν᾿ ἀκούσουν τόν ᾿Ιώβ πού λέει: «῾Υπάρχει ἐλπίδα γιά τό δέντρο. ῎Αν αὐτό κοπεῖ θά ξανανθίσει καί τά βλαστάρια του ποτέ δέν θά τοῦ λείψουν. Κι ἄν ἡ ρίζα του γεράσει μέσα στή γῆ ἤ ἄν μέσα σέ πετρῶδες κι ἄγονο ἔδαφος μαραθοῦν τά βλαστάρια του, πάλι καί μόνο μέ τήν ὑγρασία θά ξανανθίσει καί θά φέρει καρπό στό θερισμό, σάν νά ἦταν νεοφυτεμένο. Κι ὁ ἄνθρωπος ἅμα πεθάνει, θά χαθεῖ; ῎Αν πέσει καί ταφεῖ ὁ θνητός ἄνθρωπος, ἄραγε δέν θά ξαναζήσει;» (᾿Ιώβ 14, 7-10). ῎Οχι λοιπόν σάν παράκληση ἤ σάν ἐπιτίμηση, ἀλλά ἔτσι ἐρωτηματικά πρέπει νά διαβάζεται τό «δέν θά ξαναζήσει». ᾿Αφοῦ λοιπόν, λέει ὁ ᾿Ιώβ, τό δέντρο πέφτει καί πάλι ἀνασταίνεται, ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο τό δέντρο δημιουργήθηκε, δέν θ᾿ ἀναστηθεῖ; Καί γιά νά μή νομίσεις ὅτι προσπαθῶ νά βρῶ νόημα, ὅπως τό θέλω, ἐκεῖ πού τό κείμενο δέν μοῦ τό δίνει10, διάβασε καί τή συνέχεια. Γιατί μετά, ἀφοῦ διατύπωσε ὑπό τύπον ἐρωτήσεως τό, «ὅταν πέσει ὁ ἄνθρωπος δέν θά ξαναναστηθεῖ», λέει• «Γιατί κι ἄν πεθάνει ὁ ἄνθρωπος, ὅμως θά ζήσει» (᾿Ιώβ 14, 14). Καί ἀμέσως συνεχίζει• «Θά μείνω θαμμένος στή γῆ μέχρι νά ξανάρθω στή ζωή». Καί στόν ἴδιο στίχο πάλι λέει• «Αὐτός πού πρόκειται νά ἀναστήσει τό σῶμα μου, πού βρίσκεται στή γῆ καί ἐξαντλητικά γεύεται ὅλα αὐτά» (πρβλ. ᾿Ιώβ 19, 25-26). Καί ὁ προφήτης ῾Ησαΐας, λέει• «Θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί καί θά σηκωθοῦν ὅσοι βρίσκονται μέσα στούς τάφους» (῾Ησ. 26, 19). Καί ὁ προφήτης ᾿Ιεζεκιήλ, τήν προφητεία τοῦ ὁποίου ἐδῶ μόλις τώρα διαβάσαμε, λέει ξεκάθαρα• «᾿Εγώ θά ἀνοίξω τά μνήματά σας καί θά σᾶς βγάλω ἀπό τούς τάφους σας». (᾿Ιεζ. 37, 12). Καί ὁ προφήτης Δανιήλ λεει• «Πολλοί, ἀπ᾿ ἐκείνους πού κοιμοῦνται στό χῶμα τῆς γῆς θά ἀναστηθοῦν, ἄλλοι γιά νά ζήσουν τήν αἰώνια ζωή καί ἄλλοι γιά νά καταδικαστοῦν σέ αἰώνια ντροπή καί ὄνειδος» (πρβλ. Δαν. 12, 2).
Πολλά κείμενα τῆς ἁγίας Γραφῆς μαρτυροῦν γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιατί ὑπάρχουν καί πολλά ἄλλα ρητά σχετικά μ᾿ αὐτό τό θέμα. Σάν ὑπόμνηση καί μόνο σᾶς ἀναφέρω ἐπιγραμματικά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, πού ἦταν τέσσερις ἡμέρες νεκρός στό μνῆμα, καί λόγω τῆς ἐλλείψεως τοῦ χρόνου, σᾶς θυμίζω μόνο τήν ἀνάσταση τοῦ γιοῦ τῆς χήρας, στή Ναΐν. Σάν ὑπενθύμιση μόνο ἀναφέρω καί τή θυγατέρα τοῦ ἀρχισυνάγωγου καί ἀκόμα ἐκεῖνο πού ἀναφέρεται στό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὅτι δηλαδή σχίστηκαν οἱ πέτρες καί πολλά σώματα τῶν ἁγίων, πού εἶχαν κοιμηθεῖ ἀναστήθηκαν, ἀφοῦ ἀνοίχτηκαν μέ τό σεισμό τά μνήματά τους (πρβλ. Ματθ. 27, 51-52). Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως, ἄς μήν ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε. Δέν ἀνέφερα τόν προφήτη ᾿Ηλία καί τό γιό τῆς χήρας πού ὁ Προφήτης ἀνέστησε καί τόν προφήτη ᾿Ελισσαῖο, ὁ ὁποῖος δυό φορές ἀνέστησε νεκρό καί ὅταν ζοῦσε καί μετά τό θάνατό του. ῞Οταν ζοῦσε ἀνέστησε τό νεκρό μέ τή δύναμη τῆς ἅγιας ψυχῆς του. Γιά νά μήν τιμηθοῦν ὅμως μόνο οἱ ψυχές τῶν δίκαιων καί γιά νά γίνει πιστευτό ὅτι καί τά σώματα τῶν δίκαιων ἔχουν δύναμη, ὁ νεκρός πού ἔριξαν στόν τάφο τοῦ ᾿Ελισσαίου, ὅταν ἀκούμπησε τό νεκρό σῶμα τοῦ Προφήτη, ἀναστήθηκε (πρβλ. Δ´ Βασ. 13, 21). Τό νεκρό σῶμα τοῦ Προφήτη ἔκανε ἔργο ζωντανῆς ψυχῆς11. Καί τό πεθαμένο σῶμα, πού ἦταν θαμμένο στό χῶμα, χάρισε στό νεκρό τή ζωή. Κι ἐνῶ αὐτό χάρισε τή ζωή, ἔμεινε τό ἴδιο νεκρό. Γιατί; Γιά νά μή θεωρηθεῖ, μετά τήν ἀνάσταση, ὅτι ἡ ψυχή μόνο τοῦ ᾿Ελισσαίου ἔκανε αὐτό τό θαῦμα. ᾿Αλλά νά ἀποδειχτεῖ πώς καί ὅταν δέν εἶναι παρούσα ἡ ψυχή, ὑπάρχει μιά δύναμη μέσα στά σώματα τῶν ῾Αγίων, λόγω τῆς παραμονῆς, ἐπί τόσα χρόνια μέσα σ᾿ αὐτά, τῆς δίκαιης ψυχῆς, τήν ὁποία τό σῶμα ὑπηρετοῦσε. Καί ἄς μήν παραμένουμε στήν ἀπιστία ἤ στή δυσπιστία, διατηρούμενοι σέ πνευματικό νηπιασμό, σάν νά μήν ἔχει γίνει αὐτό τό θαῦμα. Γιατί, ἄν τά σάβανα καί τά σεντόνια πού ἀγγίζουν ἐξωτερικά τά σώματα, ὅταν τ᾿ ἀκουμποῦσαν οἱ ἄρρωστοι, γίνονταν καλά, τό ἴδιο τό σῶμα τοῦ Προφήτη δέν θά μποροῦσε νά χαρίσει τήν ἀνάσταση στό νεκρό;
Θά μπορούσαμε πολλά νά ποῦμε πάνω σ᾿ αὐτό τό θέμα, ἐξηγώντας μέ λεπτομέρειες ὅλα τά παράδοξα πού ἔχουν συμβεῖ. ᾿Επειδή ὅμως ἔχετε ἤδη κουραστεῖ καί ἀπό τά προηγούμενα καί ἀπό τήν αὐστηρή νηστεία τῆς Παρασκευῆς καί ἀπό τήν ἀγρυπνία, σᾶς τά ἀνέφερα αὐτά μέ συντομία σάν νά ἔριχνα σπόρους ἐδῶ κι ἐκεῖ. ῞Ωστε ἐσεῖς σάν τήν εὔφορη καί γόνιμη γῆ νά δεχτεῖτε τό σπόρο, νά βλαστήσετε στάχυα καί νά φέρετε πολλούς καρπούς. ῎Ας θυμηθοῦμε ἀκόμα ὅτι καί οἱ ᾿Απόστολοι ἀναστήσανε νεκρούς. ῾Ο ἀπόστολος Πέτρος ἀνέστησε τήν Ταβιθά στήν ᾿Ιόππη. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ἀνέστησε τόν Εὔτυχο στήν Τρωάδα καί ὅλοι οἱ ᾿Απόστολοι ἀνέστησαν νεκρούς, παρόλο πού τά θαύματά τους δέν εἶναι γραμμένα στήν ἁγία Γραφή καί δέν τά γνωρίζουμε. Θυμηθεῖτε ἐπίσης ὅλα ὅσα ἀναφέρονται στήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή, πού ἔχει γράψει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σ᾿ ἐκείνους πού ρωτοῦσαν καί ἔλεγαν: «Πῶς θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί; Μέ ποιό σῶμα θά ξαναζήσουν;» (Α´ Κορ. 15, 35). Καί τό: «῎Αν οἱ νεκροί δέν θ᾿ ἀναστηθοῦν, οὔτε ὁ Χριστός ἔχει ἀναστηθεῖ» (Α´ Κορ. 15, 16). Θυμηθεῖτε ὅτι ὀνόμασε ἄφρονες ἐκείνους πού δέν πιστεύουν σ᾿ ὅλη τή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, πού ἀναφέρεται στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. ᾿Ακόμα θυμηθεῖτε ὅτι ὁ ἴδιος ἔγραψε πρός τούς Θεσσαλονικεῖς: «Δέν θέλουμε, ἀδελφοί, νά ἀγνοεῖτε, τή χριστιανική διδασκαλία σχετικά μέ τούς κεκοιμημένους, γιά νά μήν αἰσθανόσαστε λύπη, ὅπως ὅλοι οἱ ἄπιστοι καί οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ἐλπίδα» (Α ´ Θεσ. 4, 13) κ.τ.λ. Κυρίως δέ αὐτό πού λέει: Καί ὅσοι πέθαναν πιστοί καί ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό θά πρωτοαναστηθοῦν. (Α´ Θεσ. 4, 16).
᾿Ιδιαίτερα ὅμως πρέπει νά κρατήσετε ἔντονα στήν ψυχή σας αὐτό τό ὁποῖο ἐπίμονα τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος δείχνοντας τό δικό του σῶμα, λέει: «Διότι πρέπει αὐτό τό φθαρτό σῶμα νά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία καί τό θνητό αὐτό κορμί νά ἐνδυθεῖ τήν ἀθανασία» (Α´ Κορ. 15, 53). Αὐτό βέβαια τό σῶμα μας θά ἀναστηθεῖ, χωρίς ὅμως τήν ἀσθενικότητα πού ἔχει τώρα. ᾿Αλλά τό ἴδιο αὐτό θά ἀναστηθεῖ καί ἀφοῦ θά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία, θά μεταμορφωθεῖ, ὅπως ἀκριβῶς γίνεται καί μέ τό σίδερο πού μπαίνει στή φωτιά καί γίνεται κι αὐτό φωτιά. ῎Η γιά νά τό ποῦμε καλύτερα, τό σῶμα θά ἀναστηθεῖ καί θά γίνει ἄφθαρτο μέ τόν τρόπο πού γνωρίζει μονάχα ὁ Κύριος, πού ἀνασταίνει τό νεκρό σῶμα. Αὐτό λοιπόν τό σῶμα θά ἀναστηθεῖ. Δέν θά μείνει ὅμως ἔτσι πού εἶναι τώρα. ᾿Αλλά θά εἶναι πιά κατάλληλο γιά τήν αἰωνιότητα. Δέν θά ἔχει πιά ἀνάγκη ἀπό ὑλικές τροφές γιά νά ζήσει, οὔτε σκάλες γιά ν᾿ ἀνεβαίνει. Γιατί θά γίνει πνευματικό (πρβλ. Α´ Κορ. 15, 44), κάτι θαυμαστό, πού ὅμοιο τώρα δέν ἔχουμε, γιά νά τό παραβάλλουμε12. Τότε, λέει ἡ ἁγία Γραφή, οἱ δίκαιοι θά λάμψουν ὅπως ὁ ἥλιος (πρβλ. Ματθ. 13, 43) καί ὅπως ἡ σελήνη καί ὅπως ὁ λαμπρός οὐρανός. Κι ἐπειδή ὁ Θεός προγνώριζε τήν ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων δημιούργησε ἐκεῖνα τά πολύ μικρά σκουληκάκια πού τό καλοκαίρι ἀκτινοβολοῦν μέ λάμψη, ἡ ὁποία βγαίνει ἀπό τό ἴδιο τους τό σῶμα. ῞Ωστε ἀπό αὐτά πού τώρα βλέπουμε μέ τά σωματικά μάτια, νά συμπεράνουμε καί αὐτό πού προσδοκᾶμε, δηλαδή ὅτι τά σώματά μας θά γίνουν φωτεινά. Γιατί ὁ Θεός, πού μᾶς χάρισε αὐτή τήν ἐπίγεια ἐμπειρία, μπορεῖ νά μᾶς χαρίσει στή μέλλουσα ζωή καί τήν ὁλοκλήρωσή της. ᾿Εκεῖνος πού ἔκανε νά λάμπει τό σκουλήκι πολύ περισσότερο θά κάνει νά λάμψει ὁ δίκαιος ἄνθρωπος.
Θ᾿ ἀναστηθοῦμε λοιπόν καί θά ἔχουμε ὅλοι αἰώνια σώματα. ᾿Αλλά δέν θά εἶναι ἴδια ὅλων τά σώματα. ῎Αν κάποιος εἶναι δίκαιος, θά λάβει ἐπουράνιο σῶμα, γιά νά μπορεῖ ἐπάξια νά συναναστρέφεται μέ τούς ᾿Αγγέλους. Κι ἄν κάποιος εἶναι ἁμαρτωλός, θά λάβει σῶμα πού αἰώνια θά τιμωρεῖται γιά τίς ἁμαρτίες του, ὥστε, μολονότι θά καίγεται σ᾿ αἰώνια φωτιά, νά μή μπορέσει ποτέ ν᾿ ἀφανιστεῖ. Πολύ δίκαια ὁ Θεός παραχωρεῖ αὐτά καί γιά τίς δυό μερίδες, τῶν δίκαιων καί τῶν ἄδικων. Γιατί τίποτα δέν κάναμε, χωρίς νά συμμετέχει τό σῶμα μας. Βλασφημοῦμε μέ τό στόμα, προσευχόμαστε μέ τό στόμα, πορνεύουμε μέ τό σῶμα, ζοῦμε ἁγνή ζωή μέ τό σῶμα. ῾Αρπάζουμε μέ τά χέρια, δίνουμε ἐλεημοσύνες μέ τά χέρια καί ὅλα τά ὑπόλοιπα. ᾿Επειδή λοιπόν σέ ὅλα, ὅσα κάναμε, μᾶς ὑπηρέτησε τό σῶμα, παίρνει καί αὐτό μέρος στίς ἀπολαβές τῆς μέλλουσας ζωῆς.
Ας λυπηθοῦμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου, τά σώματά μας κι ἄς μήν τά κακομεταχειριστοῦμε, σάν νά ἦταν ξένα. Νά μήν ποῦμε αὐτό πού λένε οἱ αἱρετικοί ὅτι εἶναι ξένο τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας, τό σῶμα μας, ἀλλά ἄς τό σπλαχνιστοῦμε ὡς κάτι δικό μας. Γιατί πρέπει νά δώσουμε λόγο στόν Κύριο, γιά ὅλα ὅσα πράξαμε μέ τό σῶμα (πρβλ. Β´ Κορ. 5, 10). Μήν πεῖς ποτέ «κανείς δέν μέ βλέπει» (πρβλ. Σοφ. Σειρ. 23, 18. ῾Ησ. 29, 15), μή νομίσεις ὅτι δέν ὑπάρχει μάρτυρας τῶν πράξεών σου. Μπορεῖ πολλές φορές, πράγματι, νά μή σέ βλέπει ἄνθρωπος. ῞Ομως ὁ Πλάστης, ὁ ἀόρατος καί αἰώνιος μάρτυρας, παραμένει πάντα στόν οὐρανό ἀξιόπιστος (Ψαλμ. 88, 38) καί βλέπει ὅλα ὅσα συμβαίνουν. ᾿Αλλά μένουν καί τά ἀποτυπώματα τῆς ἁμαρτίας στό σῶμα13. Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς μιά βαθιά πληγή στό σῶμα, κι ἄν ἀκόμα θεραπεύτηκε, ἀφήνει οὐλή, ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία πληγώνει τήν ψυχή καί τό σῶμα καί ἀφήνει σ᾿ ὅλο τό σῶμα πλέον σημάδια καί οὐλές, οἱ ὁποῖες ἀφαιροῦνται μόνο ἀπό τά σώματα ἐκείνων, πού δέχτηκαν τό ἅγιο Βάπτισμα. ῞Ολα τά περασμένα τραύματα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, τά θεραπεύει ὁ Θεός μέ τό Βάπτισμα. ῎Ας προσέξουμε ὅμως ὅλοι μας νά διαφυλάξουμε τόν ἑαυτό μας, ἀπό ἐκεῖνα πού μπορεῖ νά συμβοῦν στό μέλλον, ὥστε νά διατηρήσουμε καθαρό τό χιτώνα τοῦ σώματος καί νά μή χάσουμε τήν οὐράνια σωτηρία, ἐξαιτίας μιᾶς πορνείας ἤ ἡδυπάθειας ἤ κάποιας ἄλλης ἁμαρτωλῆς πράξης. ᾿Αλλά νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας εἴθε μέ τή Χάρη Του νά σᾶς ἀξιώσει ὅλους σας ὁ Θεός.
Αὐτά εἶχα νά πῶ σάν ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν.
----------
Πηγή: www.imaik.gr
|