Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
Κάτω ἀπὸ τὸ ἔνδυμα τῆς παραβολῆς τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς φανέρωσε, μὲ τὸν πιὸ παραστατικὸ τρόπο, μία μεγάλη ἀρετὴ καὶ τὴν ἀντίστοιχή της μεγάλη κακία: Τὴν ἀρετὴ τῆς μακροθυμίας καὶ ἀνεξικακίας καὶ τὸ πάθος τῆς μνησικακίας.
Ἡ πρώτη, ἡ ἀνεξικακία, εἶναι ἀρκετὴ ἀπὸ μόνη της νὰ μᾶς σώσει. Ἡ δεύτερη, ἡ μνησικακία, εἶναι ἀρκετή, καὶ χωρὶς ἄλλο πάθος νὰ ἔχουμε, νὰ μᾶς βυθίσει στὴν κόλαση!
Ἂς ἰδοῦμε συνοπτικά, τί μᾶς λέει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ παραβολή. Ὁ Κύριος παρομοίασε τὸν Θεὸ μὲ ἕνα βασιλιά, ποὺ θέλησε νὰ ζητήσει ἀπὸ τοὺς ὑπηκόους του λόγο γιὰ τὰ ἔργα τους. Καὶ τοῦ πήρανε μπροστά του οἱ ὑπηρέτες του ἕνα ἄνθρωπο, ποὺ χρωστοῦσε «μύρια τάλαντα», δηλαδὴ δέκα χιλιάδες τάλαντα. Τὸ τάλαντο ἦταν στὴν ἀρχαιότητα μονάδα βάρους, καὶ γιὰ προϊόντα καὶ γιὰ νομίσματα. Κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἕνα τάλαντο ἰσοδυναμοῦσε περίπου μὲ ἑξήντα σημερινὰ κιλά. Ἔτσι, τὰ μύρια τάλαντα νομισμάτων ἀντιστοιχοῦν μὲ ἑξακόσιες χιλιάδες κιλὰ ἀργυρῶν νομισμάτων, δηλαδὴ μὲ δισεκατομμύρια σημερινὰ εὐρώ. Ἕνα ἀσύλληπτα μεγάλο ποσὸ χρέους! Καὶ ἐπίτηδες ἀναφέρει αὐτὸ τὸ τεράστιο ποσὸ ὀφειλῆς. Διότι ὁ ὀφειλέτης τῶν μυρίων ταλάντων εἴμαστε ἐμεῖς, ὁ κάθε ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, καθόσον ἡ ἁμαρτία, ὡς προσβολὴ τοῦ Ὑψίστου, τοῦ Δημιουργοῦ, δημιουργεῖ μία τεράστια, μία ἀνέκφραστα μεγάλη ὀφειλή μας ἀπέναντί Του. Κι ὅμως, ὁ Δημιουργός μας εἶναι εὔσπλαγχνος, μακρόθυμος, πολυέλεος. Εἶναι ἀγάπη, ἡ ἀγάπη, ἡ σαρκωμένη καὶ ἐσταυρωμένη ἀγάπη. Καί, ὅταν δείξουμε μετάνοια εἰλικρινή, ὅταν ζητήσουμε συγχώρεση ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ ἐλέους, θὰ τὴ λάβουμε: Ἔπεσε τότε ἐκεῖνος ὁ δοῦλος στὰ πόδια τοῦ βασιλιᾶ, λέγοντας μὲ δάκρυα: «Κύριε, δεῖξε μακροθυμία σ᾽ ἐμένα, καὶ θὰ σοῦ τὰ ἐξοφλήσω ὅλα.» Ἦταν δυνατὸν αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, καὶ εἴκοσι ζωὲς νὰ ζοῦσε, νὰ ἐξοφλήσει ἐκεῖνο τὸ ὑπέρογκο χρέος; Κι ὅμως: «Δείχνοντας τὴν ἄπειρη εὐσπλαγχνία Του ὁ Κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου», λέει τὸ Εὐαγγέλιο, «τὸν ἄφησε ἐλεύθερο, καὶ τοῦ χάρισε ἐκεῖνο τὸ τεράστιο χρέος.»
Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας, ἀδελφοί, ἡ ἀνέκφραστη μακροθυμία καὶ ἀνεξικακία Του. Αὐτή, ποὺ ἔλαμψε πάνω ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη κατάληψη ἐπάνω στὸν Σταυρό, ὅπου τὸν κάρφωσε τὸ γένος τῶν Ἑβραίων, ὅπου ἐπέλεξε νὰ ἀποθάνει τὸν ἀτιμωτικότερο θάνατο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου. Κι ἐκεῖ ἐπάνω, τί ἔλεγε; Τί προσευχόταν; Νὰ συγχωρήσει ὁ Θεὸς Πατέρας Tου τοὺς σταυρωτές Του, γιατὶ δὲν γνώριζαν τί ἔκαναν!
Ἂς ἔλθουμε στὴ συνέχεια, τὴ δραματικὴ συνέχεια: Βγαίνοντας ἀπ’ ἐκεῖ ὁ τόσο πολὺ εὐεργετημένος αὐτὸς δοῦλος, βρίσκει ἕνα σύνδουλό του, ποὺ τοῦ ὄφειλε ἑκατὸ δηνάρια. Ἑκατὸ εὐρώ, θὰ λέγαμε σήμερα. Ἕνα ἐλάχιστο, μηδαμινὸ ποσό, μπροστὰ στὰ δισεκατομμύρια, ποὺ ὁ ἴδιος χρωστοῦσε στὸν βασιλιά. Κι ὅμως! Ἀντὶ ἀμέσως, αἰσθανόμενος ἐκείνη τὴν πρόσφατη ἄμετρη εὐεργεσία ποὺ δέχθηκε νὰ χαρίσει κι ἐκεῖνος μὲ τὴ σειρά του ἐκεῖνο τὸ μικρὸ χρέος στὸν συνάνθρωπό του, τί κάνει; Τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὸν λαιμὸ καὶ τὸν ἔπνιγε, γιὰ νὰ τὸν ξοφλήσει. Κι ἀφοῦ τὸν βασάνισε, τὸν πῆρε τραβώντας τον, καὶ τὸν ἔβαλε στὴ φυλακή. Καὶ βέβαια, ὕστερα ἔλαβε τὴν ἁρμόζουσα τιμωρία ἀπὸ τὸν βασιλιά. Καταδικάστηκε σὲ βάσανα αἰώνια, στὴν αἰώνια κόλαση. Εἶναι κι αὐτὰ εἰκόνες, ποὺ ἐμᾶς ζωγραφίζουν καὶ πάλιν, ἀδελφοί! Ὁ Κύριος μᾶς συγχωρεῖ τὰ ὅποια φοβερά μας ἁμαρτήματα, κι ἐμεῖς δὲν συγχωροῦμε οὔτε τὸ παραμικρὸ σφάλμα, μὲ τὸ ὁποῖο τυχὸν μᾶς λύπησε, μᾶς ἀδίκησε ὁ ἀδελφός μας. Καὶ κρατοῦμε μέσα μας, στὴν καρδιά μας, τὸ δηλητήριο αὐτὸ τῆς μνησικακίας καὶ ἀσυγχωρητικότητας!
Μνησικακίες ὑπάρχουν πολλῶν εἰδῶν. Ὅταν αὐτὴ στηρίζεται σὲ πραγματικὸ κακό, ποὺ μᾶς ἔκανε ὁ πλησίον, ὁ συνάνθρωπός μας, τότε ὀνομάζεται προφασιστή. Ὅταν ὅμως μισῶ τὸν ἀδελφό μου, γιατὶ μὲ ἤλεγξε γιὰ τὴ διόρθωσή μου ἢ γιὰ κάτι ποὺ ἐκ παραδρομῆς εἶπε ἢ γιὰ μιὰ ὑποψία ποὺ γέννησε ἡ φαντασία μου, τότε ἡ μνησικακία μου αὐτὴ εἶναι ἀπροφάσιστη. Ὑπάρχει καὶ ἡ θεωρητικὴ μνησικακία, ὅταν κάποιος ἔχει μέσα του τὸ μίσος στὸν ἄλλο, ἀλλὰ δὲν τὸν βλάπτει, εἴτε ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ, εἴτε ἐπειδὴ φοβᾶται. Ὑπάρχει καὶ ἡ πρακτική, ὅταν κάποιος ποὺ μπορεῖ καὶ δὲν φοβᾶται, βλάφτει μὲ κάθε τρόπο αὐτὸν ποὺ μισεῖ. Ὑπάρχει καὶ ἡ φανερὴ μνησικακία, ὅταν δείχνει στὸν ἄλλο κάποιος τὸ μίσος, καὶ ὑπάρχει καὶ ἡ κρυπτή, ὅταν κρύβει τὸ μίσος, ἀλλὰ προσπαθεῖ στὰ κρυφὰ νὰ βλάψει τὸν ἄλλο κάποιος. Κάθε ὅμως εἶδος μνησικακίας, εἴτε προφασιστή, εἴτε ἀπροφάσιστη, εἴτε πρακτική, εἴτε θεωρητική, εἴτε φανερή, εἴτε κρυπτή, ἁρπάζει ἐξ ὁλοκλήρου ἀπ’ αὐτὸν ποὺ τὶς ἔχει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας! Γιατί τοῦτο;
Ἐπειδὴ ὅλος ὁ Νόμος, οἱ Προφῆτες, τὸ Εὐαγγελικὸ κήρυγμα, βάση καὶ θεμέλιο ἔχουν τὴν ἀγάπη! Καὶ κάθε ἀρετὴ βλαστάνει ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Κι ἀντίθετα, κάθε ἁμαρτία πληγώνει τὴν ἀγάπη, τὸ μίσος ὅμως τὴν ξερριζώνει τελείως! Μίσος καὶ ἀγάπη οὐδέποτε συγκατοικοῦν: «Αὐτὸς ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφό του», φωνάζει ὁ Θεολόγος Ἰωάννης, «βρίσκεται στὸ σκοτάδι, καὶ στὸ σκοτάδι περιπατεῖ, καὶ δὲν βλέπει ποῦ βαδίζει». Κι ὅταν κάποιος βαδίζει στὰ τυφλά, εἶναι δυνατὸν νὰ πράξει κάθε κακό. Κι ὁ μνησίκακος εἶναι δυνατὸν νὰ πράξει κάθε κακό. Διότι ὁ μνησίκακος εἶναι γυμνός, ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ ἀδελφοῦ του, ἀλλὰ καὶ τοῦ Θεοῦ. «Ἐὰν κάποιος εἰπεῖ, ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεό, καὶ μισεῖ τὸν ἀδελφό του», κηρύσσει πάλιν ὁ ἠγαπημένος μαθητὴς καὶ διδάσκαλος τῆς ἀγάπης Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, «εἶναι ψεύστης. Διότι, ἂν τὸν ἀδελφό του ποὺ βλέπει, δὲν τὸν ἀγαπᾶ, πῶς μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ἀόρατος;» Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον μας εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένες. Χωρὶς τὴ μία, δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἡ ἄλλη.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ παντοδύναμος Θεὸς τὸ ἀποφάσισε καὶ τὸ κήρυξε φανερά, ὅπως καὶ στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο: Ἐὰν μὲν συγχωρεῖτε ἀπ’ τὴν καρδιά σας τὰ σφάλματα τῶν ἀνθρώπων, συγχωρῶ κι ἐγὼ τὶς δικές σας ἁμαρτίες. Ἐὰν ὅμως δὲν συγχωρεῖτε τοὺς ἄλλους γιὰ τὰ σφάλματά τους, οὔτε ἐγὼ συγχωρῶ τὶς δικές σας ἁμαρτίες! Φρίκη πρέπει νὰ μᾶς καταλαμβάνει, ὅταν ἀκοῦμε τὴν ἀπόφαση αὐτὴ τοῦ Θεοῦ!
Κύριε τοῦ ἐλέους, ἐλέησε τὸ πλάσμα σου, ἐκρίζωσε ἀπὸ τὶς καρδιές μας τὸ ψυχοφθόρο μίσος κι ἐμφύτευσε τὴν ψυχοσωτήρια ἀγάπη καὶ τὴ συμπάθεια πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας, μέσῳ τῆς ὁποίας εἶπες ὅτι ἐξαλείφεις τὶς ἁμαρτίες μας καὶ μᾶς ἀξιώνεις τῆς αἰωνίου σου βασιλείας: «Ἐὰν συγχωρεῖτε στοὺς ἄλλους τὰ σφάλματά τους, θὰ συγχωρήσει καὶ σ᾽ ἐσᾶς τὶς ἁμαρτίες σας ὁ Πατέρας σας ὁ οὐράνιος»! Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε!
|