Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, παρμένο ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννη, τοῦ Εὐαγγελιστῆ ποὺ κατεξοχὴν θεολογεῖ καὶ ἱερογραφεῖ περὶ τοῦ Τρίτου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, θεσπίστηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες μας νὰ ἀναγινώσκεται σήμερα, Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς,
ἐπειδὴ ἀκριβῶς περιλαμβάνει τὴν πρόρρηση τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴν ἐνεργὴ φανέρωση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν κόσμο, τὴν ἔκχυσή Του στοὺς πιστοὺς μετὰ τὸ σωτήριο Πάθος Του. «Αὐτὰ τὰ εἶπε ὁ Ἰησοῦς ἐννοῶντας τὸ Πνεῦμα, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λάβουν ὅσοι θὰ πίστευαν σ᾽ Αὐτόν. Γιατὶ τότε ἀκόμη δὲν εἶχαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε ἀκόμη δοξασθεῖ (μὲ τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασή Του).»
Σήμερα λοιπόν, πενῆντα ἡμέρες μετὰ τὴν κοσμοσωτήρια Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, ἐκπληρώθηκε ἡ ὑπόσχεση ποὺ εἶχε δώσει στοὺς μαθητές Του δέκα ἡμέρες πρίν, ἀναλαμβανόμενος στούς οὐρανούς: «ἐσεῖς θὰ βαπτισθεῖτε σὲ λίγες ἡμέρες μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα» καί, «θὰ λάβετε δύναμη (θεϊκὴ) ὅταν θὰ ἔλθει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σ᾽ ἐσᾶς» (Πράξ. 1, 5· 8). Σήμερα εἶναι ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, μὲ τὴν οὐσιώδη κάθοδό Του στὸν κόσμο συνιστᾶ τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας, δωρίζει τὴ χάρη τῆς ἱερωσύνης, καθιερώνει τὴν τέλεση τῶν σωστικῶν γιὰ τὸν ἄνθρωπο Μυστηρίων, ἀναδεικνύει τοὺς ἀγραμμάτους ἁλιεῖς σὲ θεόσοφους ἱεροκήρυκες καὶ θεόπνευστους ἁλιεῖς ἀνθρωπίνων ψυχῶν, ἀναλαμβάνει -γιὰ νὰ συγκεφαλαιώσουμε τὸ ἔργο τοῦ Παρακλήτου στὸν κόσμο- τὸ ἔργο τῆς ὑποκειμενικῆς σωτηρίας τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Σχετικὰ μὲ τὸ δῶρο τοῦ Παρακλήτου κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ἰδιαίτερα τρία πράγματα ἐντυπωσιακά:
Πρῶτο, εἶναι ἕνα δῶρο γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ: «καὶ ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου» (Πράξ. 2, 4). Τὸ δῶρο ἢ χάρισμα τοῦ Πνεύματος δὲν ἀπονέμεται μόνο στοὺς ἐπισκόπους καὶ τὸν κλῆρο, ἀλλὰ σὲ κάθε βαπτισμένο Ὀρθόδοξο χριστιανό. Κάθε βαπτισμένος καὶ μυρωμένος στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καθίσταται Πνευματοφόρος, δοχεῖο τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Βεβαίως, ἀναλαμβάνει αὐτόχρημα καὶ τὴν ὑποχρέωση νὰ ζήσει μία ἀνάλογη πνευματοφόρο ζωὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία, ὥστε, ὄχι μόνο νὰ μὴ φυγαδεύσει τὸν Παράκλητο ἀπὸ μέσα του, ἀλλὰ νὰ καλλιεργήσει καὶ ἐπαυξήσει τὸν ἀτίμητο θησαυρὸ ποὺ τοῦ δόθηκε ἄνωθεν καὶ δωρεάν.
Δεύτερο, εἶναι ἕνα δῶρο ἑνότητας, δῶρο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἑνότητα τοὺς πιστούς: «ἦσαν ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τῷ αὐτῷ» (Πράξ. 2, 1), πράγμα, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἐκπλήρωση τῆς εὐχῆς τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ κατὰ τὴν ἀρχιερατική Του προσευχὴ πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος: «Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου... ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς». Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κάνει τοὺς πολλούς, τοὺς πιστούς, νὰ εἶναι ἕνα Σῶμα ἐν Χριστῷ, κατὰ τὸ πρότυπο τῆς ἑνότητας τῶν Προσώπων τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ κάθοδος τοῦ Πνεύματος τὴν Πεντηκοστὴ ἀντιστρέφει τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ πύργου τῆς Βαβὲλ (Γεν. 11, 7). Ὅπως ψάλλουμε καὶ στὸ Κοντάκιο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς τῆς Πεντηκοστῆς: «Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ πανάγιον Πνεῦμα.» Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα φέρνει ἑνότητα καὶ ἀμοιβαία κατανόηση, ἱκανώνοντάς μας νὰ μιλᾶμε «ἐν μιᾷ φωνῇ». Μεταμορφώνει τὰ ἄτομα σὲ πρόσωπα. Καί, πρόσωπο, θὰ πεῖ ὂν λογικό, ποὺ εἶναι πλασμένο κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν Θεοῦ καὶ ποὺ ἔχει τὴ δυνατότητα, ἐὰν ζῇ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐπικοινωνεῖ, νὰ κοινωνεῖ μὲ τὸν Δημιουργό του καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Γιὰ τὴν πρώτη Χριστιανικὴ κοινότητα στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴν περίοδο ἀμέσως μετὰ τὴν Πεντηκοστή, λέγεται ὅτι «εἶχον ἅπαντα κοινὰ» καὶ ὅτι «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία» (Πράξ. 2, 44· 4, 32)· κι αὐτὰ θἄπρεπε νἆναι τὰ διακριτικὰ γνωρίσματα τῆς κάθε χριστιανικῆς κοινότητας σὲ κάθε ἐποχή.
Τρίτο, τὸ δῶρο τοῦ Πνεύματος εἶναι ἕνα δῶρο διαφοροποίησης· οἱ γλῶσσες τῆς φωτιᾶς «διαμερίζονται» ἢ «χωρίζονται» (Πράξ. 2, 3) καὶ κατανέμονται ἄμεσα στὸν καθένα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν μᾶς κάνει μόνο ὅλους ἕνα, ἀλλὰ κάνει καὶ τὸν καθένα μας διαφορετικό. Μᾶλλον, σέβεται τὴν προσωπικότητα τοῦ κάθε πιστοῦ, δὲν τὴν ἰσοπεδώνει, καὶ ἐνεργεῖ στὸν καθένα ἀνάλογα μὲ τὴ δεκτικότητα καὶ τὴ χωρητικότητά του, ἀνάλογα μὲ τὸ δοχεῖο του, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ ὅσιος Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης. Καί, ὅπως θεόπνευστα ἀναφέρει σχετικὰ ὁ μέγας ἑρμηνευτὴς τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος ἀπόστολος Παῦλος· «Ὑπάρχουν διάφορα εἴδη χαρισμάτων, ἀλλὰ εἶναι ἕνα καὶ τὸ ἴδιο Πνεῦμα ποὺ τὰ χορηγεῖ... Στὸν καθένα δὲ δωρίζεται ἡ φανέρωση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιὰ τὸ συμφέρον ὅλων... Καὶ ὅλα αὐτὰ (τὰ χαρίσματα) εἶναι ἐνέργειες ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος, ποὺ χορηγεῖ τὰ χαρίσματα ὅπως αὐτὸ θέλει στὸν καθένα» (Α´ Κορ. 12, 4· 7· 11). Στὴν Πεντηκοστὴ ἡ πολλαπλότητα τῶν γλωσσῶν δὲν καταργήθηκε, ἀλλὰ ἔπαψε νὰ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ χωρισμοῦ· ὅπως προηγουμένως, ὁ καθένας μιλοῦσε στὴ δική του γλώσσα, ἀλλὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Πνεύματος ὁ καθένας μποροῦσε νὰ καταλάβει τοὺς ἄλλους. Ὁ Πνευματοφόρος ἄνθρωπος ἀντιλαμβάνεται ὅλα τὰ διακριτικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς προσωπικότητάς του, ὅπως ἀντιλαμβάνεται καὶ τὰ ἀντίστοιχα χαρακτηριστικὰ τῶν ἄλλων.
Νὰ ἐπικαλούμαστε πάντοτε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, στὶς καθημερινές μας προσευχές, μὲ τὴν κατανυκτικὴ καὶ γεμάτη θεολογικὰ νοήματα προσευχή, «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε..., ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν», ὥστε νὰ εὐδοκήσει νὰ ἔλθει σκηνώσει μέσα μας. Ἀλλά, γιὰ νὰ κατοικήσει μόνιμα μέσα μας -αὐτὸ θὰ πεῖ τὸ νὰ σκηνώσει, κατασκηνώσει-, χρειάζεται ταυτόχρονα διὰ βίου ἀγώνας, ὥστε νὰ καθαρίζουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπὸ κάθε ἐμπάθεια, κακία καὶ ἁμαρτία, μὲ τὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐν ἐπιγνώσει πνευματικὴ ζωή, ὥστε νὰ μπορέσει νὰ βρεῖ τόπο νὰ ἔλθει καὶ ἐγκατοικήσει ὁ ποθητὸς Παράκλητος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό, ὁ Ἀληθινὸς ἐν Τριάδι Θεός, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν. |