Αρχική Κείμενα από το Διαδίκτυο Τα Χριστούγεννα στην Ποίηση
en el fr
Τα Χριστούγεννα στην Ποίηση Εκτύπωση

alt Της Γιόλας Αργυροπούλου-Παπαδοπούλου*

Μέσα μας γίνεται η Γέννηση.

Έξω στέκει το σχήμα της –

Μας φανερώνεται…

Γιώργος Θέμελης, ΙΙΙ. Φάτνη

Ο Θεός, η φύση, ο θάνατος και ο έρωτας αποτελούν, όπως είναι γνωστό, τα βασικότερα θέματα της Ποίησης. Στον χώρο της μετά Χριστόν Ελληνικής Ποίησης, το θρησκευτικό στοιχείο είναι ιδιαίτερα σύνηθες, τα δε Χριστούγεννα, όπως και το Πάσχα, θεωρούνται ως μία από τις κατεξοχήν προσφιλείς και ακατάπαυστα ισχύουσες πηγές έμπνευσης των Ελλήνων Ποιητών.

Στην Ἐφημερίδα της 25ης Δεκεμβρίου του 1887, ο κορυφαίος μας λογοτέχνης Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851 – 1911), «η κορυφή των κορυφών» κατά τον Κωνσταντίνο Καβάφη, είχε γράψει: «Ἐάν τὸ Πάσχα εἶναι ἡ λαμπροτάτη τοῦ Χριστιανισμοῦ ἑορτή, τὰ Χριστούγεννα βεβαίως εἶναι ἡ συγκινητικωτάτη». Αναμφισβήτητα, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο «άγιος των ελληνικών γραμμάτων», σχετίζεται άμεσα και με τον ποιητικό χώρο, όχι μόνον επειδή έχει συνθέσει και ποιήματα, αλλά επειδή ολόκληρο το πεζογραφικό του έργο αποπνέει την μαγεία του ποιητικού λόγου. Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης πίστευε ακράδαντα πως ο Παπαδιαμάντης ήταν ο «καλύτερος ποιητής» που είχε γνωρίσει· ο Κωστής Παλαμάς είχε γράψει πως «Ὁ Ἀλέξαντρος Παπαδιαμάντης, ποιητὴς μὲ τὸν πεζὸ λόγο, καὶ κάποτε, / μὰ πολὺ σπάνια, μὲ τὸ στίχο…»· και ο Παύλος Νιρβάνας είχε εκφράσει ανεπιφύλακτα την άποψη ότι «Ο Παπαδιαμάντης δὲν εἶναι γραμματάνθρωπος, εἶναι ποιητής».

Στο διήγημα «Στὸ Χριστὸ στὸ Κάστρο» (1892), στο οποίο ο Παπαδιαμάντης αποθέτει την άμετρη τρυφερότητα της χριστιανικήςτου αγάπης, υπάρχει κι ένα ποίημα αναφερόμενο στον ναό της Γέννησης:

Μὲ χρόνους μὲ καιροὺς καὶ ἥμισυ καιροῦ,

κάποιος ἀμαθής, ἁμαρτωλὸς χυδαῖος,

καμμία γυναῖκα τοῦ λαοῦ πτωχὴ

σ’ ἐνθυμεῖται κι ἔρχεται νὰ σοῦ φέρ’

ὄχι χρυσόν, ἀλλὰ ὀλίγο λιβάνι,

ἕνα κερί κι ὀλίγο λάδι στὴν μποτίλια

σ’ ἐσὲ ποὺ εἶσαι ὅλων ὁ δοτήρ. alt

Ο μέγιστος ποιητής μας Κωστής Παλαμάς (1859 – 1943), η κεντρική μορφή της λογοτεχνικής γενιάς του 1880, παρουσιάζεται ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος με τις γιορτές της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τις οποίες προσεγγίζει και υμνεί μέσω της ποίησής του, με ξεχωριστή δε κατάνυξη στέκεται μπροστά στο «θαύμα» των Χριστουγέννων, σ’ αυτό το Μεγάλο Μυστήριο της ενανθρώπησης του Θεού. Θα ’λεγε κανείς πως το Αστέρι της Βηθλεέμ, αυτό το Αστέρι που οδήγησε τους Μάγους στη ταπεινή φάτνη όπου γεννήθηκε ο Χριστός, οδήγησε και τη σκέψη του κι αποτέλεσε την έμπνευση για το θαυμάσιο ποίημά του με τίτλο «Ἀστέρι Θεϊκό».

Τί φῶς καὶ χρῶμα κι ὀμορφιὰ νὰ

σκόρπιζε τὸ ἀστέρι

ὅπου στὴν κούνια τοῦ Χριστοῦ

τοὺς μάγους ἔχει φέρει;… (απόσπασμα).

Ένα ακόμη χριστουγεννιάτικο ποίημα του Κωστή Παλαμά, θαυμάσιο μέσα στην απλότητά του, είναι το «Νά’ μουν τοῦ σταύλου ἕν’ ἄχυρο». Εδώ, είναι σαφέστατη η επιθυμία του ποιητή να πλησιάσει ταπεινά το νεογέννητο θείο Βρέφος και να ενστερνισθεί το λυτρωτικό μήνυμα που εκπορεύεται από τη φτωχική φάτνη…

Νά ’μουν τοῦ σταύλου ἕν’ ἄχυρο, ἕνα φτωχὸ κομμάτι,

τὴν ὥρα π’ ἄνοιξ’ ὁ Χριστὸς στὸν ἥλιο του τὸ μάτι!

Νὰ ’δῶ τὴν πρώτη του ματιὰ καὶ τὸ χαμόγελό του,

τὸ στέμμα τῶν ἀκτίνων του γύρω στὸ μέτωπό του,

νὰ λάμψω ἀπὸ τὴ λάμψη του κι ἐγὼ σὰ διαμαντάκι,

κι ἀπὸ τὴ θεία του πνοὴ νὰ γίνω λουλουδάκι… (απόσπασμα).

Το εκπληκτικό ποίημα του Κωστή Παλαμά «Ἕνας Θεός» αφενός μεν εκφράζει με γλαφυρότητα τα συναισθήματα του ποιητή, μπροστά στο θαύμα της ενανθρώπησης του Θεού, και αφετέρου καταδεικνύει το θαύμα που συντελέστηκε στην ίδια την ψυχή του… Η Γέννηση του Θεανθρώπου γεννά  στην ψυχή του ποιητή – και σε κάθε ανθρώπινη ψυχή – την ελπίδα, την πίστη και την αγάπη… Αυτό, άλλωστε, δεν είναι και το βαθύτερο νόημα των Χριστουγέννων;

Ὦ, μέσα μου γεννιέται ἕνας Θεὸς

καὶ τὸ κορμί μου γίνεται ναός,

δὲν εἶναι ὡς πρῶτα φάτνη ταπεινὴ

μέσα μου λάμπουν ξάστεροι οὐρανοί,

τὸ μέτωπό μου λάμπει σὰν ἀστέρι…

Φέρτε μου, Μάγοι – θεία βουλή τὸ γράφει –

τὰ σμύρνα τῆς ἐλπίδας, τὸ λιβάνι

τῆς πίστης, τῆς ἀγάπης τὸ χρυσάφι!... (αποσπάσματα).

Το λαμπρό αστέρι, οι τρεις Mάγοι και η ταπεινή φάτνη της Βηθλεέμ αποτελούν τα βασικότερα θεματικά στοιχεία στις χριστουγεννιάτικες ποιητικές συνθέσεις, όπως στη «Νύχτα Χριστουγεννιάτικη» του Γεωργίου Δροσίνη (1859 – 1951).

Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη

λυγοῦν τὰ πόδια alt

καὶ προσκυνοῦν γονατιστὰ τὴ φάτνη τους

τ’ ἄδολα βώδια.

Κι ὁ ζευγολάτης ξάγρυπνος θωρώντας τα

σταυροκοπιέται

καὶ λέει μὲ πίστη ἀπ’ τῆς ψυχῆς τ’ ἀπόβαθα

Χριστὸς γεννιέται!

Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη

κάποιοι ποιμένες

ξυπνοῦν ἀπὸ φωνὲς ὕμνων μεσούρανες

στὴ γῆ σταλμένες.

Κι ἀκούοντας τὰ Ὡσαννὰ ἀπ’ ἀγγέλων στόματα

στὸ σκόρπιο ἀέρα,

τὰ διαλαλοῦν σὲ χειμαδιὰ λιοφώτιστα

μὲ τὴ φλογἐρα.

Τὴν ἅγια νύχτα τὴ Χριστουγεννιάτικη

- ποιὸς δὲν τὸ ξέρει; -

τῶν Μάγων κάθε χρόνο τὰ μεσάνυχτα

λάμπει τ’ ἀστέρι.

Κι ὅποιος τὸ βρεῖ μέσ’ στ’ ἄλλα ἀστέρια ἀνάμεσα

καὶ δὲν τὸ χάσει

σὲ μιὰ ἄλλη Βηθλεὲμ ἀκολουθώντας το

μπορεῖ νἀ φτάσει.

Ένα ακόμη συνηθέστατο θεματικό μοτίβο στα χριστουγεννιάτικα ποιήματα είναι το πυκνό χιόνι, όπως επίσης το αναμμένο τζάκι και το καμπαναριό της εκκλησιάς. Στο πασίγνωστο κι αγαπημένο ποίημα «Χριστούγεννα» του Στέλιου Σπεράντζα (1888 – 1962) (ο οποίος έχει κυρίως ασχοληθεί με τη συγγραφή παιδικών ποιημάτων), ο μικρός Χριστός προσκαλείται σ’ ένα φτωχικό σπίτι, όπου θα βρει φαγητό και ζεστασιά…

Στὴ γωνιά μας κόκκινοalt

τ’ ἀναμμένο τζάκι.

Τοῦφες χιόνι πέφτουνε

στὸ παραθυράκι.

Ὅλο ἀπόψε ξάγρυπνο

μένει τὸ χωριό,

καὶ κτυπᾶ Χριστούγεννα

τὸ καμπαναριό.

Ἔλα, Ἐσὺ ποὺ Ἀρχάγγελοι

σ’ ἀνυμνοῦνε ἀπόψε,

πάρε ἀπὸ τὴν πίττα μας,

ποὺ εὐωδιᾶ καὶ κόψε.

Ἔλα, κι ἡ γωνίτσα μας

καρτερεῖ νὰ ’ρθεῖς.

Σοὔστρωσα, Χριστούλη μου,

γιὰ νὰ ζεσταθεῖς.

Στον Στέλιο Σπεράντζα ανήκουν και οι στίχοι του γνωστού, χριστουγεννιάτικου τραγουδιού «Χιόνια στὸ καμπαναριό». Στίχοι και μελωδία που κατακλύζουν τη σκέψη με νοσταλγικές αναμνήσεις, και την ψυχή με άφατη τρυφερότητα…

«Χριστούγεννα» είναι, επίσης, ο τίτλος ενός όχι ιδιαίτερα γνωστού ποιήματος του Τέλλου Άγρα (1899 – 1944) [φιλολογικό ψευδώνυμο του ποιητή και κριτικού Ευαγγέλου Ιωάννου], στο οποίο κυριαρχεί το μοτίβο του «πυκνού χιονιού»…

Ὄξω πέφτει ἀδιάκοπο καὶ πυκνὸ τὸ χιόνι, alt

κρύα καὶ κατασκότεινη κι ἀγριωπὴ ἡ νυχτιά.

Εἶναι ἡ στέγη ὁλόλευκη, γέρνουν ἄσπροι κλῶνοι,

μὲς στὸ τζάκι ἀπόμερα ξεψυχᾶ ἡ φωτιά…

…Πέφτει ἀκόμη ἀδιάκοπο κι ἄφθονο τὸ χιόνι,

ὅλα ξημερώνονται μ’ ἄσπρη φορεσιὰ,

στὸν ἀγέρα ἀντιλαλοῦν τοῦ σημάντρου οἱ στόνοι,

κάτασπρη, γιορτάσιμη λάμπει ἡ ἐκκλησιά… (αποσπάσματα).

Από τους μεταγενέστερους εκπροσώπους της Νεοελληνικής Ποίησης, η Ζωή Καρέλλη (1901 – 1998), μία εξαιρετική ποιήτρια, θεατρική συγγραφέας και δοκιμιογράφος, έχει γράψει τέσσερα υπέροχα ποιήματα με τίτλο «Παραμονή της Γέννησης», που ανήκουν στη Συλλογή «Πορεία» (1940). Πραγματικά συναρπαστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από το 4ο ποίημα:

…Εκείνος που δεν γεννά, δεν γεννάται, alt

δεν αναγεννάται ποτέ, Κύριε,

της Γέννησης «σκήνωσον εν εμοί»,

ο την Σάρραν και την Ελισσάβετ

γονίμους διδάξας, προς δόξαν σου αιώνιαν.

Ο Γιάννης Ρίτσος (1909 – 1990), στην 4η στροφή του 1ου μέρους της «Ρωμιοσύνης» του (Όταν σφίγγουν το χέρι, ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο / όταν χαμογελάνε, ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μες απ’ τ’ άγρια γένεια τους / όταν κοιμούνται, δώδεκα άστρα πέφτουν απ’ τις άδειες τσέπες τους…), αναμφίβολα ανακαλεί στη μνήμη του το αστέρι της Βηθλεέμ, γράφοντας τον στίχο: δώδεκα άστρα πέφτουν… Με τους δώδεκα αστερισμούς (δώδεκα άστρα) ο ποιητής υπαινίσσεται το φαινόμενο των πεφταστεριών, η δε πτώση ενός αστεριού είναι ίσως ένα σημάδι θεϊκό, ένα μήνυμα ελπίδας (άστρο της Βηθλεέμ)… alt

Στη Συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη (1911 – 1996) «Ο Ήλιος ο ηλιάτορας» (1971) ανήκουν δύο θαυμάσια δίστιχα, η συντομία των οποίων είναι αντίστροφα ανάλογη προς την αλήθεια του νοήματός τους…

Πολλά δε θέλει ο άνθρωπος

να ’ν’ ήμερος να ’ναι άκακος

λίγο φαΐ λίγο κρασί

Χριστούγεννα κι Ανάσταση.

Στη Συλλογή του Νικηφόρου Βρεττάκου (1912 – 1991) «Διεθνής παιδούπολη Πεσταλότσι» ανήκει το υπέροχο ποίημα «Το παιδί με τη σάλπιγγα», το οποίο – όπως ακριβώς αναγράφεται ως υπότιτλος – αποτελεί ένα «Παιδικό χριστουγεννιάτικο σχέδιο τυπωμένο σε κάρτα» και εμπερικλείει το βαθύτερο νόημα των Χριστουγέννων, την Αγάπη.

Αν μπορούσες να ακουστείς

θα σου έδινα την ψυχή μου

να την πας ως την άκρη του κόσμου.

Να την κάνεις περιπατητικό αστέρι ή ξύλα

αναμμένα για τα Χριστούγεννα – στο τζάκι του νέγρου

ή του Έλληνα χωρικού. Να την κάνεις ανθισμένη μηλιά

στα παράθυρα των φυλακισμένων. Εγώ

μπορεί και να μην υπάρχω ως αύριο.

Αν μπορούσες να ακουστείς

θα σου έδινα την ψυχή μου

να την κάνεις τις νύχτες

ορατές νότες, έγχρωμες,

στον αέρα του κόσμου.

Να την κάνεις αγάπη.

 Ο Μίλτος Σαχτούρης (1919 – 2005), στο ποίημά του «Χριστούγεννα 1948», συνδέει τη Γέννηση του Χριστού με τα γεγονότα του Εμφυλίου…

Σημαία alt

ακόμη

τα δίκανα στημένα στους δρόμους

τα μαγικά σύρματα

τα σταυρωτά

και τα σπίρτα καμένα

και πέφτει η οβίδα στη φάτνη

του μικρού Χριστού

το αίμα το αίμα το αίμα… (απόσπασμα).

Το εκτενές ποίημα «Παραμονή Χριστουγέννων» του Τάσου Λειβαδίτη (1922 – 1988) ανήκει στη Συλλογή «Ο άνθρωπος με το ταμπούρλο», που γράφτηκε στη Μακρόνησο, το 1950. Πρόκειται για ένα ποίημα βαθιά ανθρώπινο και απέραντα τρυφερό. Και μόνο στο άκουσμα της ευχής «Καλά Χριστούγεννα», η ψυχή του συντρόφου κατακλύζεται από θαλπωρή…

…Σηκώνεις το γιακά της χλαίνης σου. Χιονίζει. alt

Μια πλάκα φωνογράφου στο Διοικητήριο. Πιο μακριά

η σιωπή. Καλή νύχτα, καλά Χριστούγεννα.

Συλλογιέσαι τ’ άστρα πίσω απ’ την καταχνιά

σκέφτεσαι πως αύριο μπορεί να σε σκοτώσουν.

Μα απόψε αυτή η φωνή είναι μια τσέπη μάλλινη

χώσε τα χέρια σου.

- Καληνύχτα, Θωμά. Καλά Χριστούγεννα.

Κ’ η καρδιά σου φωτίζεται σαν χριστουγεννιάτικο τζάμι.

Το πανανθρώπινο νόημα των Χριστουγέννων εκφράζεται μ’ έναν εκπληκτικό τρόπο στο ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη «Γέννηση», που ανήκει στη Συλλογή «Ο αδελφός Ιησούς». Πρόκειται για μία σύνθεση, που πέρα από την ποιητική δεινότητα του Τάσου Λειβαδίτη καταδεικνύει τόσο το πνευματικό όσο και το ψυχικό ανάστημα του ποιητή…

Έν’ άλλο βράδυ τον άκουσα να κλαίει δίπλα. Χτύπησα την

πόρτα και μπήκα. Μου ’δειξε πάνω στο κομοδίνο ένα μικρό ξύλινο

σταυρό. «Είδες, μου λέει – γεννήθηκε η ευσπλαχνία.» Έσκυψα

τότε το κεφάλι κι έκλαψα κι εγώ,

γιατί θα περνούσαν αιώνες και αιώνες  και δε θα ’χαμε να

πούμε τίποτα ωραιότερο απ’ αυτό.

Ένα υπέροχο χριστουγεννιάτικο ποίημα με τίτλο «λάμπουν σαν δάκρυα τα Χριστούγεννα» έχει γράψει ο Τόλης Νικηφόρου (1938 – ). Το ποίημα ανήκει στη Συλλογή «Γαλάζιο βαθύ σαν αντίο» (1999).

ένας μικρός χριστός γεννιέται πάλι αύριο,

μόνος στον κόσμο.

ένας μικρός χριστός που ζωγραφίζει θαμπά

στο τζάμι δέντρα για τα παιδιά,

καράβια για τα όνειρα,

ένα παραμύθι της αγάπης για τους απελπισμένους.

παραμονή και τα χιλιάδες φώτα της πλατείας

στα μάτια του λάμπουν σαν δάκρυα.

«Η εικόνα αυτού του ποιήματος προέρχεται από τα παιδικά μου χρόνια, όταν κολλούσα τον χειμώνα τη μύτη μου στο τζάμι της μπαλκονόπορτας και έβλεπα για ώρες έξω την έρημη τότε απέραντη Πλατεία Δικαστηρίων. Ήμουν ένα μοναχικό παιδί, όχι από δική μου επιλογή. Έπαιζα και διάβαζα μόνος μου στο σπίτι, θάμπωνα το παγωμένο τζάμι με το χνότο μου και σχημάτιζα ζωγραφιές με το δάχτυλό μου, γελούσα και δάκρυζα μόνος μου, ονειρευόμουν μόνος μου. Νομίζω ότι από τότε κατάλαβα βαθιά τη μοναξιά και έμαθα να ζω και να αγωνίζομαι χωρίς ελπίδα» γράφει χαρακτηριστικά ο ίδιος ο ποιητής… (Πηγή: TranslatumGreekTranslationForum).

Η άγια νύχτα των Χριστουγέννων, το αστέρι, που με το ανέσπερο φως του οδήγησε τους τρεις Μάγους στη φάτνη της Βηθλεέμ, και το πανανθρώπινο μήνυμα της Αγάπης, που συνεπάγεται η ενανθρώπηση του Θεού, δεν θα πάψουν ποτέ να αποτελούν πηγή έμπνευσης για τους ποιητές…

Ολοκληρώνοντας αυτό το κείμενο, ανακαλώ στη μνήμη μου τους στίχους του Κωστή Παλαμά: Φέρτε μου, Μάγοι – θεία βουλή τὸ γράφει – / τὰ σμύρνα τῆς ἐλπίδας, τὸ λιβάνι / τῆς πίστης, τῆς ἀγάπης τὸ χρυσάφι! κι ομολογώ με συγκίνηση πως, εδώ και χρόνια, αυτοί ακριβώς οι στίχοι είναι γραμμένοι – με γραφή ανεξίτηλη – τόσο στη σκέψη όσο και στην ψυχή μου…

Εύχομαι από καρδιάς σε όλους Καλά κι Ευλογημένα Χριστούγεννα! Με υγεία και με… τα σμύρνα της ελπίδας, το λιβάνι της πίστης και της αγάπης το χρυσάφι! Γιατί είναι σίγουρο πως με την ελπίδα, την πίστη και την αγάπη μπορεί κανείς να δει ότι πίσω απ' την καταχνιά υπάρχει πάντα... το φως!

 

* Η κυρία Γιόλα Αργυροπούλου – Παπαδοπούλου είναι επ. καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών και ποιήτρια

Από την ιστοσελίδα Παλμογράφος

http://www.palmografos.com/permalink/12783.html